Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012

Περί των γυναικών... (ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ)


Στερεότυπα
Γιατί στην Ελλάδα –ειδικά- ο φεμινισμός έχει τόσο κακή φήμη; Αρκεί να αναφέρει κανείς τη λέξη, ακόμη και σε συναθροίσεις γυναικών, για να εισπράξει περίεργα βλέμματα και σχόλια ατύπως επιθετικά, δηλαδή που προσπαθούν να εκφράσουν τις επιφυλάξεις εκείνου που τα εκφέρει, με χιούμορ, ή ευθέως απορριπτικά. Αν κατηγοριοποιούσε κανείς το περιεχόμενο των σχολίων αυτών, θα κατέληγε στα εξής: α) οι φεμινίστριες είναι εξαγριωμένες μαινάδες με αξύριστα όλα τα μέρη που στις Δυτικές κοινωνίες θεωρούνται ως υποχρεωτικά «αποτριχώσιμα», β) οι φεμινίστριες είναι εξαγριωμένες μαινάδες που καλύπτουν την υπερβολική «ανάγκη του άρρενος» κάτω από ιδεολογήματα τύπου «γυναικεία απελευθέρωση», γ) αποτελούν άχρηστο κομμάτι της κοινωνίας και απαρχαιωμένο, αποκομμένο από τη σύγχρονη πραγματικότητα που δεν τις χρειάζεται πλέον διότι η εξίσωση επιτεύχθηκε και ως εκ τούτου είναι μόνο μια αφορμή για περισσότερη «γυναικεία γκρίνια και υπερβολή», φυσικά διότι «τα θέλουν όλα δικά τους», δ) είναι ταραξίες της κοινωνικής γαλήνης και των ισορροπιών μεταξύ ανδρών και γυναικών, διότι «έτσι κι αλλιώς ό,τι θέλουμε κάνουμε» και ε) οι φεμινίστριες έχουν πολύ έντονο τον φθόνο του πέους, και θέλουν πολύ να είναι άνδρες.
Υπεραπλουστευτικά σχόλια, βασισμένα σε απόηχους ή και καθαυτό βιολογικές θεωρίες, απροθυμία και διστακτικότητα ή ακόμη και στο φόβο, από την πλευρά των γυναικών, να αναλάβουν διαφορετικούς ρόλους ως κόρες, σύντροφοι και μητέρες στο οικογενειακό, επαγγελματικό ή κοινωνικό τους περιβάλλον. Έλλειψη ενημέρωσης για την πορεία του φεμινιστικού κινήματος, και συγκάλυψη της απογοήτευσης για όσα αυτό δεν έλυσε, πεποίθηση ότι ο άνδρας είναι ειδική κατηγορία που δεν έχει τα ατταβιστικά χαρακτηριστικά των γυναικών στο σιδέρωμα και τις υπόλοιπες δουλειές καθότι η φύση τον έκανε μόνο κυνηγό (sic), κι ακόμη, υιοθέτηση ιδεών που κατά κόρον προβάλλονται από εφημερίδες και περιοδικά, για το τέλος των ιδεολογιών, των κινημάτων και των επαναστάσεων, που μπορεί να τελείωσαν στην μορφή που είχαν ως τώρα, όμως η θεωρία και η πράξη πολλών από τις ιδέες που έθρεψαν τις παραπάνω εκδηλώσεις, ήδη παρακολουθούν το σημερινό γίγνεσθαι, χωρίς την ανάγκη της καθολικής συλλογικότητας και την υπαγωγή τους σε κεντρικές επιτροπές και συμβούλια, χωρίς δηλαδή νέες ιεραρχίες.

Περί ταυτότητας και Ρόλων
Ένα από τα πιο ισχυρά επιχειρήματα κατά του «φεμινισμού», παρ’ όλο που ο όρος χρησιμοποιείται καταχρηστικά μια και πλέον μιλάμε για μετα-φεμινισμό, είναι το πρόβλημα της ανάληψης του κοινωνικού ρόλου, η ταυτότητα δηλαδή της γυναίκας, στη σημερινή κοινωνία. Εδώ θα παραδεχόταν κανείς ότι ακραίες συμπεριφορές του παρελθόντος είναι ξένες με τη σημερινή εποχή, στην οποία ήδη έχουν εμπεδωθεί θεσμικά και κοινωνικά κάποια από τα αποτελέσματα των μακρόχρονων αγώνων του φεμινιστικού κινήματος. Θα μπορούσαμε όμως να κάνουμε έναν παραλληλισμό, προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα το θέμα της αναζήτησης ταυτότητας και τη σύγχυση που αυτή η αναζήτηση μπορεί να επιφέρει. Αυτός ο παραλληλισμός, δεν είναι έξω από την ιστορική διάσταση της θεωρίας του φεμινιστικού κινήματος, αλλά ούτε και από τις ποικίλες σύγχρονες προσεγγίσεις του. Είναι γεγονός λοιπόν, ότι σήμερα, στις χώρες της Ασίας ή της Αφρικής που ζουν στη σκιά των προβλημάτων που έφερε το τέλος της αποικιοκρατίας, γίνεται προσπάθεια να βρεθεί κάποια ισορροπία ανάμεσα στη θέση που η κάθε χώρα επιζητεί στο σύγχρονο κόσμο, και την αντίθεση στο παρελθόν της κατοχής, εκμετάλλευσης και βίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, την στροφή προς την παράδοση, μερικές φορές σε σημείο απόλυτης προσκόλλησης, μέχρις ότου τουλάχιστον, μπορέσει να βρεθεί ένας νέος κώδικας ισορροπιών, ο οποίος θα σχετίζεται φυσικά με άλλες αλλαγές στην κοινωνία, τους θεσμούς, την πολιτική και τις ελευθερίες. Κάπως έτσι, μπορούμε να δούμε τις ακρότητες που κατά καιρούς υπήρξαν εντός των κόλπων του φεμινισμού ως θεωρίας και πράξης, και είναι φυσικό να επέφεραν κάποια σύγχυση. Αν όμως δούμε θετικά σ’ αυτό τον παραλληλισμό την ιστορική διάσταση και τις μορφές που πήρε η δράση του φεμινιστικού κινήματος, μπορεί να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας. Άλλωστε, αυτό το κομμάτι του κινήματος επέβαλε στην ακαδημαϊκή θεωρία και τις επιστήμες, νέους όρους παρατήρησης των κοινωνικών δομών, νέο τρόπο ερμηνείας του κόσμου γύρω, και επαναδιαπραγματεύθηκε όρους και θεωρίες, όπως η ψυχανάλυση, η κριτική της λογοτεχνίας, η κοινωνιολογία κλπ.

Λίγη ιστορία...
Ο δρόμος δε που διάνυσαν οι γυναίκες στη Δύση μέχρι να εμπεδωθεί –ως ένα βαθμό- η ισότητα, είναι τεράστιος. Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι το δικαίωμα ψήφου, που υπήρξε μαζί με το δικαίωμα στο διαζύγιο και την περιουσία ο ακρογωνιαίος λίθος των πρώτων χρόνων του φεμινιστικού κινήματος, δόθηκε στις γυναίκες της Ευρώπης μόλις τον 20ό αιώνα, και πάντως στις περισσότερες χώρες όχι πριν το 1920. Χρειάστηκε πολύ θάρρος, σε μια εποχή που οι γυναίκες έγραφαν με ψευδώνυμα ή έμεναν στο σπίτι, ή λατρεύονταν ως αιθέριες υπάρξεις και πεθαμένα ξωτικά σε έργα όπως η Συλφίδα και η Ζιζέλ, για κάποιες γυναίκες να πάνε ενάντια στους κανόνες της πατριαρχικής κοινωνίας και τα πρότυπα της εποχής. Τον 19ο αιώνα, η Σούζαν Άνθονυ, η Ελίζαμπεθ Στάντον, η Λουκρητία Μοτ και νωρίτερα η Μαίρη Γούλστονκραφτ, μητέρα της Μαίρη Σέλλευ, οργάνωσαν σε Αγγλία και Αμερική ομάδες, ή έγραψαν κάτι ανάλογο της Χάρτας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για τις γυναίκες, όπως έκανε η Γούλστονκραφτ, το 1792 (A Vindication of the Rights of Women), ή του Αμερικανικού Συντάγματος, όπως έκανε –κατά κύριο λόγο- την  ταραγμένη χρονιά του 1848, η Ελίζαμπεθ Στάντον, και έμεινε στην ιστορία ως η Seneca Falls Declaration, από το όνομα του τόπου όπου συντάχθηκε το κείμενο και έγινε η συγκέντρωση των γυναικών. Η Εμμελίνα Πάνκαρστ με τις δύο κόρες της φυλακίστηκαν και έκαναν απεργία πείνας στην Βικτωριανή Αγγλία διεκδικώντας το δικαίωμα ψήφου, ενώ υπήρξαν και μαύρες γυναίκες που πριν την ανεξαρτησία μίλησαν για το δικαίωμα ισότητας και ψήφου, όπως η Τζαρένα Λη και η Σοτζέρνερ Τρούθ, στα μέσα και οι δύο, του 19ου αιώνα.
Έχουμε λοιπόν την θελκτική εικόνα του λιπόθυμου, πεθαμένου ή ημιθανούς «ξωτικού» ως μεταφορά του αιθέριου, διακριτικού, αθόρυβου πλάσματος που πρέπει να είναι η γυναίκα, η λογική και η ικανότητα του σκέπτεσθαι της οποίας αμφισβητείτο επί σειρά αιώνων από φιλοσόφους και θεολόγους, οπότε αν μη τι άλλο έπρεπε να έχει περίσσευμα ευαισθησίας και καρτερικότητας. Ήταν επίσης σύμβολο μιας γυναίκας υπερπροστατευμένης, με καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, σφιγμένη σε κορσέδες και μπαλένες, που έκανε μια ανθυγιεινή ζωή. Μεταλλαγμένη η εικόνα αυτή, ή μάλλον το ιδεώδες, δεν έπαψε να κυριαρχεί και τον προηγούμενο αιώνα, μόνο που πλέον ορθώθηκε απέναντί του το «αντίπαλον δέος» του φεμινισμού και των αποκαλύψεων που έκανε. Τα κοινωνικά δεδομένα όσον αφορά στη σχέση και θέση των δύο φύλων έπαψαν να θεωρούνται αλάνθαστα, αρχές που απέρρεαν από θεολογικά και βιολογικά «θέσφατα». Αποκαλύφθηκε, της επιστήμης βοηθούσης, ότι πολλά «δεδομένα» δεν ήταν παρά κοινωνικές και ηθικές προκαταλήψεις, και οι λέξεις «καταπίεση», «απελευθέρωση», «ισοτιμία», έγιναν καθολικής χρήσης όσο κι αν ενοχλούσαν. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, το 1949, το βιβλίο της Σιμόν ντε Μπωβουάρ «το Δεύτερο Φύλο» έκανε πάταγο, ενώ η δεκαετία του ’60, ήταν εκείνη που έφερε τις μεγαλύτερες ανατροπές, και το αίτημα για την περίφημη σεξουαλική απελευθέρωση. Ήταν μια εποχή κατάρριψης πολλών μύθων, και δημιουργίας περισσότερων, αλλά αυτό είναι μάλλον αναπόφευκτο σε περιόδους τεράστιας κοινωνικής αναταραχής. Τα βιβλία των Μπέτυ Φρίνταν The Feminine mystique και της Ζερμαίν Γκρηρ The female eunuch ήταν τα νέα «ευαγγέλια» της εποχής, και παρ’ όλο που κρίνονται σήμερα ως μονομερή σε κάποιες από τις απόψεις που εξέφρασαν, δεν παύουν να έχουν πραγματική και ιστορική σημασία.

Στην εποχή μας
Ο φεμινισμός από τη δεκαετία του ’90 και μετά, ονομάζεται μετα-φεμινισμός. Δεν ενδιαφέρεται για τη κατάλυση των διαφορών, αλλά θεωρεί τη διαφορά ως τη νέα δυναμική. Προωθεί την οικονομική, πολιτική και κοινωνική ισότητα. Χρησιμοποιεί ακόμη τον όρο της πατριαρχίας, καθώς και της «φυλετικής» (gender) ταυτότητας ως κυρίως κοινωνικά ανειλημμένου ρόλου και όχι ως θέσης βασισμένης σε ανατομικά χαρακτηριστικά. Αγκαλιάζει και μελετά γυναικεία μοντέλα που παλιότερα θα θεωρούνταν αδιανόητο και να ασχοληθεί κανείς μαζί τους, όπως η Μαντόνα, στη μελέτη της –αμφιλεγόμενης- Καμίλ Πάλια. Υπάρχουν δε πολλά διαφορετικά ρεύματα, από τον οικολογικό φεμινισμό, που επαναδιαπραγματεύεται το θέμα της κυριαρχίας επί των γυναικών κατά τρόπο ανάλογο της κυριαρχίας επί της φύσης, ως τον ριζοσπαστικό, τον πολιτισμικό, τον υλικό, τον μετριοπαθή, τον ακαδημαϊκό φεμινισμό κλπ. Την αλλαγή που έχει επιτευχθεί στους κόλπους του φεμινιστικού κινήματος, προσωπικά την αντιλήφθηκα, μεταξύ άλλων, και όταν διαπίστωσα ότι γυναίκες που θεωρούνταν απλά «ελαφρόμυαλες», έγιναν αντικείμενο βαθιάς μελέτης, βγήκαν από τη σκιά και επαναπροσδιορίστηκε η συμβολή τους στην πορεία των γυναικείων κατακτήσεων: η Ιζαντόρα Ντάνκαν και η Μάτα Χάρι είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, και δίνουν και μια διάσταση της διείσδυσης της «φεμινιστικής» ματιάς στην ιστορική έρευνα αλλά και στην μελέτη της τέχνης.
Είναι βέβαιο ότι μένουν πολλά να λυθούν, ιδίως όταν βλέπει κανείς γυναίκες να παλεύουν, στο πλαίσιο εθνικιστικών κινημάτων, να περισώσουν τα σύμβολα του ελέγχου της πατριαρχίας επάνω τους, όπως η μαντήλα, όταν βλέπει επίσης γυναίκες να πολεμούν ενάντια σε γυναίκες ή να συναινούν στη θανάτωση των θυγατέρων τους που «παρέβησαν το νόμο», σε φτωχά προάστια δυτικών μεγαλουπόλεων. Υπάρχει ακόμη η κλειτοριδεκτομή, το εμπόριο γυναικών, η οικογενειακή βία, ο λιθοβολισμός και η μαστίγωση ως τιμωρία για τις «άπιστες» ή όσες έχουν διαπράξει κάποιο αδίκημα που έχει σχέση με τη σεξουαλικότητα. Υπάρχει η προσπάθεια για απαγόρευση των αμβλώσεων, αλλά και η ανεξέλεγκτη «χρήση» τους εξαιτίας ελλειπούς ενημέρωσης και κοινωνικών ταμπού. Εκεί ξυπνά κάτι από την αγριότητα του μύθου των Αμαζόνων, της αποτυχημένης προσπάθειας της Κλυταιμνήστρας να πάρει την κρατική εξουσία, της προσπάθειας της Μήδειας να απαντήσει στο ερώτημα περί της φύσης και του πολιτισμού, και σε ποιό από τους δύο χώρους υπάγεται η γυναίκα και ο άνδρας, ορίζοντας τα παιδιά από τη μια ως κτήμα της μητέρας και υποκείμενα στη δική της εξουσία, από την άλλη ως όργανα διαδοχής και εμπέδωσης των θεσμών και της εξουσίας για τον πατέρα, της Αρτεμισίας Τζεντιλέσκι που στον πίνακά της «Ιουδήθ και Ολοφέρνης» φέρνει τη βιαιότητα των δικών της εμπειριών με τους άνδρες στη δραματική απεικόνηση του αποκεφαλισμού του βασιλιά, στη Φαραώ Χατσεπσούτ που τα σύμβολά της καταστράφηκαν με λύσσα μετά το θάνατό της από το Ιερατείο...Δεν μπορεί παρά να σκεφθεί κανείς, ότι ξέροντας τα λάθη και τα σωστά του παρελθόντος, οι «αδελφές» όλου του πλανήτη, δεν χρειάζονται διαδηλώσεις (μόνο), χρειάζονται απλά λίγη αποφασιστικότητα να αλλάξουν τη μοίρα τους.

                    © Νατάσσα Χασιώτη (σε παραλλαγμένη μορφή είχε δημοσιευθεί στο Votre Beaute)