Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΜΕΝΗ...

Έχω μια φοβία (καλά όχι μια, αλλά αυτή είναι η πρώτη και χειρότερη).
Τις κατσαρίδες, και δη τις πεταχτερές, τις μπλιαχ μπλιαχ καφέ (να θυμηθώ βέβαια ότι δύο καλοκαίρια πριν κράτησα αιχμάλωτο κάτω από ποτήρι έναν μαύρο γρύλλο, που δε θα ξανατραγούδησε, είμαι βέβαιη απ' την τρομάρα του για τη φάπα που έφαγε και τον εγκλεισμό προκειμένου να τον δείξω στον ξενοδόχο και να διαμαρτυρηθώ, όλο το βράδυ αγριοκοταζόμασταν, δεν εμπιστευόμουν το ποτήρι και τα μπράτσα του γρύλλου, αλλά τελοσπάντων, ήτο κακοδικία και αφέθη ελεύθερος ο κατηγορούμενος -αφού δάγκωσε την καμαριέρα και προφανώς θα έκανε κι άλλες κινήσεις με το μεσαίο δάχτυλο, συν μούτζες και ποιός ξέρει τι άλλο στην γλώσσα των κωφαλάλων πλέον, διότι απάνω στην κορώνα του 'ρθε γυάλινος κώδων και ανακριτικόν φως και το ζωντανό έγινε η Μαρία της σιωπής).
Αίφνης λοιπόν, σήμερα το πρωί, στο πεντακάθαρο πάτωμα της κουζίνας μου, όπου πήγα να πιώ λίγο νερό ξημέρωμα στις 7, είδα μια σκιά, πριν ανάψω φως. Και λέω, εκεί που είναι, κάνε Θεέ μου να μην είναι αυτό που υποψιάζομαι ότι είναι, γιατί θα ουρλιάξω, κι έχω βάλει και εργασία τη Μεταμόρφωση του Κάφκα στα παιδιά, δεν θα το ξανακάνω, έλεος. Ανοίγω το φως, φοβούμενη ότι αν δεν ήταν για πλάκα τ' ανάσκελο, θα σηκωνόταν να φύγει ταχύτατα (αχ μαμά μου!), αλλά δεν ήταν για πλάκα, ήταν τέζα.
Αλλά, πάλι λέω αυτές μπλιαχ μπλιαχ κουνιούνται και πεθαμένες, αλλά πώς να το εξακριβώσω που δεν ήθελα και να το εξακριβώσω...Και με τι να την αγγίξω Παναγίτσα μου, που κόντευα και να λιποθυμήσω και η ώρα πέρναγε κι εγώ την κοίταζα...Ευτυχώς, μου είχαν στείλει μια κάρτα απ' το Πασόκ με την υπογραφή του προέδρου του κινήματος, μια τεράστια, που εγγυόταν απόσταση ανάμεσα σε μένα και το Γκρέγκορ Σάμσα. Κι άμα ήτανε τεζαρισμένος καταντίπ, τον φτυάριζα κιόλας απάνω στην κάρτα του κινήματος και τον παράχωνα στα σκουπίδια.
Και πάνω που τον άγγιξα με το χαρτί του ΓΑΠ, άρχισε να κουνιέται το ζωντανό, κι εγώ να τρέχω αλλόφρων, αλλά ξαναγύρισα διότι έπνεε τα λοίσθια, παρ' όλο που προσπαθούσε να σηκωθεί να με κάνει μαύρη στο ξύλο. Και μετά λέω με τι να το αποτελειώσω το τέρας που θα κάνει γκλιτς, και πήρα τη μυγοσκοτώστρα να το δείρω, και επειδή είμαι φιλόζωη είχα τύψεις, κι έλεγα "die please, die, make it easier for both of us", αλλά επειδή δεν είμαι βασανιστής απ' τη μεγάλη σχολή του Πινοσέτ δεν ξέρω πού βαράς χωρίς να γίνει γκλιτς (αχ βαχ θα ξεράσω), και το τι ξύλο έφαγε το κτήνος, δε λέγεται, και ασυνειδήτως, έλεγα και χωρία απ' τη Μεταμόρφωση (διότι έχω μεταφράσει το κόμιξ και δε σου φεύγει η εικόνα ούτε ο λόγος), κι επιτέλους πάει το μεταλλαγμένο, και μετά...μετά δεν περιγράφεται η ευρηματικότητα του ανθρώπου για να ξεφορτωθεί το βρωμερό τέρας, που είναι κακάσχημο ρε παιδιά, διότι είπα να το παρατηρήσω για θεραπεία, μιλάμε είναι σαν τσαντισμένο, ποιός ξέρει τώρα με τι θέμα.
Είναι χάλια μιλάμε, έτσι φτωχο-ρυπαρό, σκατόχρωμα, σκατόφατσα, μ' εκείνη τη μπέρτα τη λερή, τα φτερά, ναι, δε θεραπεύτηκα καθόλου, κόντεψα να ξεράσω απ' το φόβο μου. Και που να μη σώσει, διότι το τι φασίνα έκανα μετά, υποχόνδριος άνθρωπος, πώς του το κάνεις αυτό και τον βάζεις να πλύνει το άπαν σύμπαν μετά; Και τελοσπάντων, δεν ήξερα πώς να απολυμάνω τη μυγοσκοτώστρα και την έριξα κι αυτήν μαζί με το τέρας και την κάρτα του ΓΑΠ, που ευτυχώς φτιάχνουνε στο κίνημα μεγάλες κάρτες και μπορείς να βολεύεις και τις φοβίες σου άμα λάχει.

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ 20 (προτελευταίο επεισόδιο ή ποιός σκότωσε τον Τζέϊ-Άρ;)

Τρία πέπλα πριν το τέλος.

Α
Μα τι μας έφερε εδώ,
Με δυό σοκολατίνια,
Που δίπλα μαγειρεύουνε,
Στου Τύφους, σκαλοπίνια...

Β
Η λόρδα η μαύρη μ’ έκοψε,
Άντε πια να τελειώνει,
Να πάμε να προλάβουμε
Να φάμε στο μπαλκόνι.

Δ
Έχω σταμπάρει λίγο ντιπ,
Σέλερυ και καρότα,
Μου φαίνεται περίσσεψε
Λίγο βραστό από κότα...

Α
Άμα δε φας αγαπητή,
Μπορεί και να μεθύσεις.
Τα έμαθες; Το Μέγαρο
Δίδεται δια βαπτίσεις!

Δ
Μα τι είναι αυτά που τσαμπουνάς,
Τι λες; Τι μουρμουρίζεις;
Λέγε λοιπόν, μας τρέλανες,
Μην τώρα τα γυρίζεις.

Α
Αχ τό ‘λεγε κι ο συγγραφεύς
Ο Αριστοφάνης ήτο,
Τα πρώτα τα στερνά τιμούν,
Ή αναπόδως ήτο;

Β
Ανάποδα το έθεσες
Αλλά δε μας πειράζει,
Ποιό είναι τάχα το στερνό
Που την πρωτιά την κράζει;

Κάτι έλεγες για Μέγαρο
Που κλείνει όπου να ‘ναι
Τα βάρη της κληρονομιάς
Ετούτοι δε βαστάνε;

Α
Αν άνθρωπος κληρονομιά
Σε ανάξιο αφήσει,
Δε φταίει πάντοτε αυτός
Για πάθη και για μίση...

Βεβαίως...
Αυτός που τον επέλεξε
μέγιστο έκανε λάθος,
Και παναπεί πως πόνταρε
Με ρίσκο και με πάθος.

Γ
Αποδημήσας ο αρχηγός,
Να κι η κληρονομιά του:
Κλαίνε και τον γιορτάζουνε
Αβέρτα τα «παιδιά» του...

Δ
Το Μέγαρο θα δίδεται
διά συνεστιάσεις,
Διά σωματεία εργατικά
Και διά συνεδριάσεις...

Της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ.
Θα δίδεται ποτό,
Με ρεφενέ θα παίρνουνε
Μεζέ κι ένα γλυκό.

Β
Μα είναι ποτέ δυνατόν,
Να φέρνεις παραστάσεις
Μπαλέτα απ’ το Κίεβο
Κι άλλες νεκραναστάσεις;

Και είναι ποτέ δυνατόν,
Στην κρίση των καιρών,
Το υπουργείο πολιτισμού
Να είναι αρωγόν;

Α
Να δίδει αποκλειστικά
Τας επιχορηγήσεις,
Σε επιχειρήσεις άχρηστες
Που είναι να τις κλείσεις;

Άντε και το ΚΘΒΕ
Σύντομα ν’ ακολουθήσει,
Χατζάκης νέος Χουβαρδάς,
Τους έχει εκεί καθίσει.

Δ
Θυμάμαι πως μου έλεγε
Μια φίλτατος κυρία,
Ότι εκεί που έγραφε
Έπαιρνε οδηγία,

Να υποστηρίζει διευθυντές,
Θέατρα, παραστάσεις,
Ασχέτως της ποιότητας...
Ήτανε να ξεράσεις.

Εμένα δε προσωπικώς,
Ουδόλως με πειράζει,
Το χρήμα απ’ όπου έρχεται,
Μόνο αυτό με νοιάζει.

Π
Όσο χορεύει η χοντρή,
Να σου το πω και το άλλο,
Πως η παράγκα των τεχνών,
Είν’ μαγαζί μεγάλο...!

Ε
Δε μου ‘λεγε η φίλη μου,
πως δεν υπάρχει άλλο,
απ’ τους διαδρόμους του ΥΠΠΟ,
θρίλερ να ‘ν’ πιο μεγάλο!;

Ωσάν την Νέκυια να ‘τανε
Οι σκιές καλλιτεχνών,
Γλυστρούσαν στα σκοτάδια του
Ως παρεπιδημών!

Απ’ το πρωί-ξημέρωμα
Έφταναν καλλιτέχνες,
Περίμεναν τον υπουργό
Να του ειπούν για τέχνες...

Για δράματα και θάματα
για πλήθη που θα φτάσουν
Να δουν τις παραστάσεις τους,
Άμα θα τις προφτάσουν.

Χρειάζονταν για θρίαμβο
Θέατρα και λεφτά,
Τη μόνιμη την επωδό
Του κάθε κερατά...

Δ
Υπήρχαν ψώνια υπουργοί,
Που έρχονταν μαλάκες,
Τους αμολούσαν ψέματα
Σπάζοντας χοντρές πλάκες...

Κι όμως αυτοί τους πίστευαν
Έκαναν και δηλώσεις,
«στηρίζομε το φεστιβάλ
Πάρτε κι άλλες πιστώσεις».

Α
Ο ψεύτης με τον ψεύταρο,
Σιγά μην και γελιόταν,
Απλά διά το ποσοστό
Γλυκά θα γαργαλιόταν.

Δ
Είχα μιλήσει με υπουργό
που έλεγε θ’ αλλάξει,
και τέχνη με μοντερνισμό
εδώ ότι θα φτιάξει.
Ήτανε αντιπρόσωπος
Διά τον πολιτισμό,
Νομίζω πως οργάνωσε γιορτές
Σ’ ένα βουνό.

Το ίνδαλμά του ήτανε
Ο μέγας τελετάρχης,
Της τέχνης της ελληνικής
Στύλος και πατριάρχης.

Μ
Α, λες για τον υπότροφο,
Τον στρατευμένο νέο,
Για γκέι κουλτούρα αυτός μιλά,
Είναι πολύ γενναίο.

Ευτυχώς που είναι υπότροφος,
Γιατί τόσο γενναίος
Που είν’ και πολυτάλαντος,
Πώς να τραφεί ένας νέος;
(γέλια, πολλά γέλια, ξεκάρδισμα και κακάρισμα –που θα ‘λεγε κι ο λάλας).

Α
Σκάστε καλέ, τελείωσε
Τα ‘βγαλε όλα ετούτη,
Δεν άφησε με ύφασμα,
Στήθος μα ούτε μπούτι!

Σαλώμη
(Πετάει και το τελευταίο)
Εγώ το χρέος έκανα,
Το έφερα εις πέρας,
Τώρα θέλω το δώρο μου
Να δώσει ο πατέρας.
Ηρωδιάδα
Ακούς Ηρώδη μου καλέ;
Φωνάζει το παιδί σου,
Ήρθε η ώρα να κρατείς
Πια την υπόσχεσή σου!

Ηρώδης
Μα φυσικά, μα φυσικά,
Ότι ζητάς θα δώσω,
Και με σφραγίς βασιλική,
Θα το επικυρώσω!

Σαλώμη
Λοιπόν καλέ μου βασιλιά,
Θέλω κάτι μεγάλο: (σιωπή)
Το χέρι ζητώ του βαπτιστή,
Για το χορό ρεγάλο.

Ηρωδιάδα (μισολιπόθυμη)
Τι; Άκουσα καλά;
Τι είπες βρε γαϊδούρα;
Τη μάνα σου βρε παρακούς;
Α να χαθείς χαμούρα.

(την κυνηγάει με το πασούμι)
Μωρή στα χέρια μου αν βρεθείς,
Μαύρη θε να σε κάνω,
Που σκέφτηκες,
Τη μάνα μου εγώ θα την ξεκάνω!

Σαλώμη
Αααα! Σώστε με, με κυνηγά!
Αααα! Προσέξτε θα με πιάσει!
Κι έτσι θυμό που έχει αυτή,
Θε να με ξεμαλλιάσει!

Ηρωδιάδα
Κάτσε βρε τώρα να τις φας,
Βρε θα σε λαρυγγώσω,
Τα νύχια μου στο δέρμα σου,
Δυό πόντους θα τα χώσω!

Σαλώμη (τρέχοντας γύρω-γύρω)
Τ’ ακούσατε πώς μου μιλά;
Είναι κακούργα μάνα,
Και επιτέλους θα το πω,
Πως είναι και π...α!

Ηρωδιάδα
Έτσι και σ’ έπιασα μωρή
Αχ δε θα σε γλυτώνουν,
Μυλόπετρες τα χέρια μου,
Θα είναι που σε λιώνουν.

Σαλώμη
Ζηλεύεις! Λύσσαξες κι εσύ
Θέλεις τον Ιωάννη...!

Ηρώδης
Μα είναι ποτέ δυνατόν,
Να θέλουν το χαϊβάνι;

Σαλώμη-Ηρωδιάδα τον αγριοκοιτάνε.

Σαλώμη
Στο κάτω-κάτω τι λυσσάς;
Για σκέψου μια σταλίτσα,
Έπαιξα ωραία τη σκηνή
Με Αλέκο και Ζωίτσα...

Ηρωδιάδα
Γι’ Αλέκο, τον Ηρώδη εγώ
Σου είχα παραγγείλει,
Με τον προφήτη όμως εσύ
Μου είχες εξωκείλει!

Σαλώμη
Εμένα εκείνος μ’ άρεσε
Το σκέφτηκα καλά,
Άλλο ας μη μαλώνουμε,
Μανούλα μου γλυκιά.

Ηρωδιάδα
Μαμούνια παλιοθήλυκο
Που θα με πεις μανούλα,
Αχ, σε τι άραγε έφταιξα
Και βγήκες τέτοια τσούλα...;

(Όλοι κοιτάζονται για το προφανές).
Στη φυλακή στο κελλί του Ιωάννη.

Ιωάννης (με ύφος μεταρσιωμένο)
Δεν ξέρω, κάτι άλλαξε,
Δε θέλω να πεθάνω,
Θέλω να ζήσω, να χαρώ,
Να ανεβώ επάνω!

Αυτό που συζητήσαμε
Για δίαιτες και μπράτσα,
Με τη Σαλώμη λίγο πριν
Επάνω στην ταράτσα,

Μου έδωσε προοπτική,
μου άλλαξε τα φώτα,
η σκέψη μου καθάρισε,
δεν είναι όπως πρώτα.

Βρωμάω, έχω τα χάλια μου,
Μαλλί έχω σα ράστα,
Θυμίζω Χατζηπαναγή
Και ίσως τον Κυράστα...

Θέλω ν’ αλλάξω πια ζωή,
Να έχω ευκαιρίες,
Ν’ ανοίξω επιχείρηση
Για μεγαλοκυρίες,

τόση νηστεία που έριξα,
Ξέρω ότι δε χάνεις,
Κιλό κανένα αν το φαί,
Συνέχεια το ξεκάνεις.

Θα έχω μια μέθοδο
Να τις αδυνατίσω,
Που θα ‘ναι και πνευματική
Για να τις προσεγγίσω.

Θα κάνουνε και γράμμωση
Βάρος πολύ θα χάσουν
Αρκεί για λίγο το φαί,
Εκείνες να ξεχάσουν.

Η εταιρεία μου αυτή
Μίσσιον θα ‘χει και βίζιον,
Θα έχω για πελάτες μου
Τους σταρ της γιουροβίζιον.
Παχάκια λίγο λαϊκά
Να φεύγουν απ’ τα μπράτσα,
Στη χλίδα του βίντεο-κλιπ
Να μη φανεί κυράτσα.

Θα δώσω όνομα όμορφο,
Ακόμα δεν το ξέρω,
Κάτι σε ντάϊετ θαρρώ...
Ναι! Θα τα καταφέρω!

Προσέχετε το βάρος σας-
Θα λέγετ’ η εταιρεία,
Και στο ταμείο θα κάθεται
Η Σαλώμη, μια κυρία.

Φρουροί! Φρουροί!
Οδηγείστε με μπροστά εις τον Ηρώδη,
Θέλω δυό λόγια να του πω
Πριν να μου δώσουν πόδι...

Είναι σημάδι, δεν μπορεί,
Που ήρθε απ’ το Θεό,
Να φύγω απ’ τη φυλακή,
Να τρέξω να σωθώ.

Και είναι η πριγκίπισσα,
Εξ ουρανών σταλμένη,
Έστω και λίγο παχουλή,
Έστω και σιτεμένη.

Είναι κι αυτό, είμαι σίγουρος,
Μια δοκιμασία,
Ν’ αντέξω να την ξαναδώ
Να κάνει ιππασία.
Με δυό γκοφρέτες αγκαλιά,
Τα χάμουρα του αλόγου,
Σκουφί, μπατζάκια, και δυό τοστ,
Σκηνή του παραλόγου.

(συνεχίζεται)

Κυριακή 21 Μαρτίου 2010

ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ

Είπα να τη γιορτάσω με ένα νηπενθές...

έφυγες,
(επιτέλους)
σου είχα πει
να μη μου γίνεις στενός κορσές
(δεν άκουσες)
η κουφαμάρα βλάπτει...

σου είπα να ακούς
(δεν ήξερα)
αλλά εσύ ήσουν αλλού
κι εγώ αλλού
γι' αυτό και δεν συναντηθήκαμε.

Σιχαίνομαι το πληγούρι που έτρωγες,
(υγιεινό τι θα πει;)
τα γιαούρτια, τη μυρωδιά της σοκολάτας
(μαύρη για μακροζωία)
θα ζήσεις (γαιδούρι)
να θυμάσαι.

Κι εγώ θυμάμαι
και σου μπήγω βελόνες
(δεν είναι τα αρθριτικά που δεν πρόσεξες)
στο ομοίωμα που έφτιαξα
βαρετέ πανομοιότυπε
τσιιιν η βελονίτσα
άοουυυυ ο σιχαμένος

πόσο χαίρομαι.

Η ποίηση είναι αλήθεια
αλλά όσα σου είπα ήταν ένα ψέμα
ήταν πολλά ψέματα
και γελάω
γελάω
γελάω.


Στους αγαπημένους μου αναγνώστες.
Χρόναι Πολλά!!!

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ 18 - 19

Φρουροί (εν χορώ)
Φώναξες ω πριγκίπισσα;
Τι άραγε συνέβη;
Ποιός τάχα σε εσύγχισε
Κι η πίεση σου ανέβη;

Σαλώμη
Μα πόσο πια ηλίθιοι
Είναι όλοι εδώ μέσα,
Ν’ αρχίσω απ’ το βαπτιστή
ή από το μπουχέσα; (δείχνει το φρουρό επικεφαλής)

Είπα: ηλίθιοι φρουροί
Πάρτε τον Ιωάννη
Και κλείστε τον μες το κελλί!
Άντε και μάνι-μάνι.

Φρουρός Α
Σήκω βρε ασεβέστατε,
Εμπρός γρήγορα κάνε,
Γιατί για μια εκτέλεση
Σε λίγο μας τραβάνε.

Φρουρός Β
Και σας Χριστουγεννιάτικα
Τραβούν στη Γαλιλαία;
Είναι τόπος τουριστικός,
Θα τα περνάτε ωραία.

Φρουρός Γ
Δεν πάμε εκεί για διακοπές,
Πάμε για κάτι νήπια,
Μας είπαν πως δυνάμεθα
Να μη φερθούμε ήπια.

Φρουρός Α
Είναι πολύ εμπιστευτικό,
Μπορώ όμως αν σου πω,
Πως νήπια θα σφάξουμε,
Μας το ‘δωσαν γραπτό.

Μην περιμένεις πιο πολλές,
Να κάνω αποκαλύψεις,
Μονάχα κοίτα αύριο,
Εσύ να με καλύψεις.

Να, πάρε εδώ την κάρτα μου,
Χτύπα την με τις άλλες,
Αυτό είναι το Δημόσιο,
Ηλίθιες κουφάλες...!

Ένας χτυπάει κάρτες τρεις
Και γράφει υπερωρίες,
Στο τέλος τα εισπράττουμε
Και είμαστε κυρίες! (γέλια –που γράφει και στις συνεντεύξεις του ο Λάλας)

Ιωάννης
Λοιπόν χοντροπριγκίπισσα,
Έφτιαξα μετρητή,
Θα τρως μόνο χορτόσουπα,
Στον αποχυμωτή.

Φρουρός Α
Την άλλη δίαιτα εσύ
Μήπως τυχόν γνωρίζεις,
Εκείνη δα που κρέας τρως
στο μύλο το γυρίζεις...

Φρουρός Β
Ξέρω μια καλύτερη,
Σε κάνει σαν κομάντο,
Θα τρως για ένα εξάμηνο,
Μονάχα αβοκάντο.

Σαλώμη
Μήπως ηλίθιες αδερφές,
Άλλον φρουρό να φέρω
Και στο μπουντρούμι όλους μαζί
Εσάς να μεταφέρω;;;

(Οι φρουροί συνέρχονται παίρνουν τον Ιωάννη αυστηρά και βγαίνουν. Απ’ το διάδρομο όμως, ακούγονται χαμηλόφωνα πάλι κουβέντες για δίαιτες.)

Ψιθυριστά, δεν ξεχωρίζει ποιός μιλάει:

Την άλλη την ακούσατε,
Εκείνη με τ’ αντίδια;
Μου είπαν πως μεγάλωσαν
Ενός φρουρού τ(α)...φρύδια...



Σαλώμη
Ώρα για να φτιασιδωθώ,
Και στη γιορτή να πάω,
Και να σκοτώσω πρέπει εγώ
Εκείνον που αγαπάω...

(Στην αίθουσα, σε τόνους πορτοκαλί, κόσμος μιλάει, γελάει).

Εσθήρ
Ωραία είναι η γιορτή
Που έφτιαξε η τσιφούτα
Παλιόγρια, τσουρόγρια,
Ελεεινή φαφούτα.

Ρεβέκκα
Να και ο εκατόνταρχος,
Δεν το ‘ξερα πως θα ‘ρθει,
Δυό βράδια ενωρίτερα
Το π...ς του εγδάρθη. (ούπς! Ο άντρας μου)

Τοβίας
Πού είναι μάτια μ’ το φαί;
Όλο καναπεδάκια
μας χόρτασε ο ακόλαστος,
και όλο ραπανάκια...

Ρεβέκκα
Μην τρως και άλλα αλμυρά
Αγάπη μου, ξεκόλλα,
Περίμενε μέχρι να βγει
Η παλιοχοντροκώλα...

Τότε θα βγάλουν το φαί,
Άσ’ τα καναπεδάκια,
Είναι μπαγιάτικα πολύ
Σαν τυρογαριδάκια...

Σοφονίας
Καλέ τι είναι τούτα εδώ,
Σωλήνα Σολομώντας,
Πως θέλω τον τσιγκούναρο
Να πήγαινα γ...ς...!

Και το χαβιάρι ψεύτικο
Ψωμάκια παγωμένα,
Πώς τόλμησαν και κάλεσαν
Στα χάλια τους εμένα;

Οι τρομπέτες αναγγέλουν τη Σαλώμη

Καλεσμένοι (ενώ υποκλίνονται)
Να τη κι η καταγέλαστη
Έρχεται το τσουλάκι,
Χαμογελάστε, πείτε την
Γλυκό μου Σαλωμάκι...

Εμφανίζεται η Σαλώμη (ο Θεός κι ο στυλίστας να βάλουν το χέρι τους)

Καλεσμένοι
Μ’ αυτή θυμάμαι ήτανε
Γεμάτη με ψωμάκια,
Ποιός τάχα τηνε μάζεψε
και έχασε κιλάκια;

Σιγά βρε την κακάσχημη
Ας όψονται τα μέσα,
Που είναι κόρη βασιλιά,
Και είναι και μπαμπέσα!
Εμένα η Ρεβέκκα μου
αθώα σαν το κρίνο
αλλά γαμπρό δεν είδαμε
μαράζωσε κι εκείνο...

Μας έφαγαν τόσους γαμπρούς
Μέσα από τα χέρια,
Η τόση εγκατάλειψη
Ήτανε σα μαχαίρια...

Ηρώδης
Παρακαλώ, παρακαλώ,
Όλοι χειροκροτήστε,
Και τώρα εις τις θέσεις σας,
Κάτω όλοι καθήστε!

Διότι η Σαλώμη από δω,
Χορό θα δείξει τώρα,
με τα εφτά τα πέπλα της
έφτασε πια η ώρα!

(συνεχίζεται)

Χορός της Σαλώμης

Καλεσμένοι μεταξύ τους
Α
Δεν θα το αντέξω να το δω,
Μου φέρνει αναγούλα,
Γιατί καλέ δεν έβαζε
Τουλάχιστον κουκούλα;

Β
Τέτοιο κακό χορευτικό
Εις τη σκηνή απάνου
Θυμάμαι είδα μια φορά
Απ’ τη Ραλλού τη Μάνου.

Γ
Το σωματείο ολόκληρο
Ελλήνων χορογράφων
Καλύτερα θα χόρευε
Εις την γιορτή των Βράχων...

Δ
Και πήρε επιχορήγηση,
Η άμουση κατίνα...
Αχ, ξέρω εγώ...
Οι επιτροπές μονάχα είναι βιτρίνα.

Δεν κάναμε την αίτηση
Να δείξω Ριγκολέτο,
Πενήντα εκατομμύρια
Είχα ζητήσει φέτο...

Η πρόταση κατάμεστη
Με νόημα και ουσία,
Και ηθική βαθύτατα:
Καθόλου συνουσία.

Χορός Σαλώμης.

Σαλώμη
Τον κώλο τους, τη φάγουσα
Να φάνε οι κουρούνες,
Κωλόγριες ανέραστες,
Ηλίθιες γουρούνες.

Ηρωδιάδα
Τι μουρμουρίζει τώρα εκεί
Και δεν πετάει τα πέπλα,
Θα μου ‘ρθει εγκεφαλικό
Επάνω στην καρέκλα.

Ηρώδης
Να χαρώ, να χαρώ, να χαρώ,
Το μωρό, το μωρό, το μωρό...

Καλεσμένοι
Α
Προτείνω μια συνάντηση
Να γίνει σωματείο,
Που θα ‘ν’ του συνδικαλισμού,
Μέγα κωλοχανείο.

Θα μπαίνουμε σε επιτροπές
Για τη δημοκρατία,
Εν τη ενώσει η δύναμις,
Τέχνης τρομοκρατία.

Β
Δηλαδή;

Α
Αν είν’ να μας τα δώσουνε
διά καλλιτεχνίας,
Πρέπει και ένας από μας
Προστάτης συντεχνίας,

Ομού με την επιτροπή
Διά να συνεδριάζει,
Και τα ποσά στα γρήγορα
Για όλους να τα βγάζει!

Έτσι θε να γλυτώσουμε
Τη μίζα μερικών,
Που αναλόγως του ποσού,
Δρουν ωσάν χορηγών.

Δ
Το 20 τοις εκατό,
Άκουσα ότι παίρνουν,
Για υποστήριξη σωστή.
Αφού φέρνουν, τα παίρνουν.

Α
Όποιος μας κόβει το ψωμί
εγείρων αντιρρήσεις,
θα ξέρει από την αρχή,
ότι θα τον γ...ς.

Με άρθρα και επιστολές,
Ύβρεις και υπογραφές,
Και ιερή αγανάκτηση
Ίσως και προγραφές,

Θα ξέρει ο κάθε αστόχαστος
Ότι θα βρει μπροστά του,
Και πως θα πέσει στο κενό
Κάθε προσπάθειά του,

Ν’ αλλάξει την κατάσταση
Αλλιώς απ’ που τη βρήκε.
Κανένας μέχρι σήμερα
Σ’ εμάς δε μας τη βγήκε.

Δ
Όλοι μαζί σα μια γροθιά,
Κρατάμε ομερτά,
Ακόμα κι αν μισιόμαστε,
Πολλά χρόνια μετά.

Α
Η μέθοδος είναι γνωστή:
Λίγα λεφτά σε όλους,
Το κόκαλο αν γλύφουνε
Δεν θα μας κόψουν κώλους.

Κι εν συνεχεία φίλτατοι,

Μια είναι η συνταγή:
Χαριστικές και ανέλεγκτες, πολυετείς συμβάσεις,
Γνωστοί μας στην επιτροπή...
...μα είν’ για να καγχάσεις!

Η Σαλώμη χορεύει

Σαλώμη
Αχ έρχεται η ώρα πια
Το νόημα να κάνω,
Και τον προφήτη μονομιάς
Εγώ να τον ξεκάνω.

Γιατί μου βάζει δύσκολα
Συνέχεια η μάνα...
Θα ρίξω μια γυροβολιά
Ακόμα στον παιάνα.

(συνεχίζεται)

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ

Αγαπητοί αναγνώστες, το τέλος της Σαλώμης θα παρουσιαστεί μετά το Πάσχα, ώστε να μην θιγούν θρησκευτικά και άλλα πιστεύω μέσω της σατιρικής και αθώας διαπραγμάτευσης του θέματος.

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ 17 (XVII)

Ιωάννης
Δοκίμασε ποδήλατο
Όπως κάνει ο ΓΑΠ,
Έκανες και σουηδική
Και κανένα πους-απ;

Σαλώμη
Μα όλα τα δοκίμασα,
Και δίαιτες και πείνα,
Αλλά τα βράδια πήγαινα
Να φάω στην κουζίνα.

Νομίζω πως ευθύνεται
H κακή ψυχολογία,
Οι απαιτήσεις είν’ πολλές
Για μια σωστή κυρία...

Ιωάννης
Δοκίμασε και βότανα,
Να φας μονάχα χόρτα,
Γιατί εσύ κατάντησες,
Να μην περνάς την πόρτα...

Σαλώμη
Ναι, είπα, τα δοκίμασα,
Και άλλο μη μιλάς,
Είπαμε τα δοκίμασα,
Και πια μη μου κολλάς!

Ιωάννης
Εγώ είμαι της υγιεινής
Διατροφής, να ξέρεις,
Πρέπει το μεταβολισμό
Εσύ να συνεφέρεις.

Σαλώμη (ρετσιτατίβο-σε ύφος εξομολόγησης, θορυβημένη, αγριεμένη)
Δεν το πιστεύω!
Βαρετό κι ανούσιο τον βρίσκω,
Δεν θέλω να τον ασπαστώ
Πια, κάτω απ’ τον ιβίσκο!

Να σου πω...

Ιωάννης
Σκέφτομαι μια δίαιτα
Για σένανε να φτιάξω

Σαλώμη
Ναι, κοίτα, εγώ χωρίς
Εσένα να τρομάξω...

Ιωάννης
Θα έχει βότανα πολλά,
Νερό, γυμναστική,
Να τρέχεις στον περίβολο
Σε βάζω την αυγή...

Σαλώμη (στον εαυτό της)
Τι λύσσαξε καλέ αυτός...

Ιωάννης
Νομίζω ότι αν πλυθείς
Με κρύο νερό και φύκια...

Σαλώμη
Στομάχια έχω και κοιλιές,
Δεν έβγαλα μπιμπίκια...

Ιωάννης
Θα έλεγα στη θάλασσα
Να έκανες μπανάρα...

Σαλώμη
Μα πώς την ξεφορτώνονται
ετούτη την ψωνάρα;

Ιωάννης
Θα κάνεις και κοιλιακούς,
Και βάρη για τα μπράτσα,
Να μην ομοιάζεις πια εσύ
με λαϊκή κυράτσα.

Σαλώμη
Είναι ψωνάρα, δείτε τον,
Και μοιάζει σαν την Πρίνου
Σιγά μην πάω να πλυθώ
με δύο αυγά κυπρίνου...

Παλάβωσες παιδάκι μου;

Ιωάννης
Θέλω να δυναμώσεις,
Το μυϊκό σου σύστημα
Μην ξαναχαλαρώσεις.

Σαλώμη
Φρουροί! Ελάτε πάρτε τον,
Με έχει εκνευρίσει,
Θα φάω από το άγχος μου
Γιατί μ’ έχει τσακίσει.

Αν συνεχίσεις να μιλάς
Για δίαιτες και κάλλη,
Θα φάω πολύ, που βερεσέ
Θα βάλω στον μπακάλη!

Ιωάννης
Το βλέπω τώρα καθαρά,
Εδώ υπήρχε αιτία
Που βρέθηκα στο δρόμο σου
Αγαπητή κυρία!

Σαλώμη
Σκλάβοι! Φρουροί! αρπάξτε τον
Και κλείστε του το στόμα,
Δεν τον αντέχω να μιλά
Επί πολύ ακόμα.

Θα μου ‘ρθει μέγας ντουβρουτζάς,
Θε να λιποθυμήσω...
Και να σκεφτείς πως ήθελα,
Αυτόν να τον γ...σω...!

Μα πάει πια τρελάθηκα;
Μυαλό δεν έχω βάλει;
Δεν τα ‘φτιαχνα καλύτερα
Με μεγαλομπακάλη;

Εφοπλιστή, βιομήχανο,
Άντε και εργολάβο,
Να είχα χίλια-δυό καλά
Φαί να καταλάβω!

Κι έμπορο όπλων έπαιρνα,
Δεν είν’ ιδέα κακή,
Στον κήπο μας θα έκανα
Εγώ σκοποβολή.

Ακούω λίγο την αυγή
Πουλάκια να λαλούνε,
Τον ύπνο διακόπτουνε,
Κι εμένα μ’ ενοχλούνε!

Τον έμπορο αν έπαιρνα,
Θα είχα ένα ούζι,
Ζωσμένη θα χωνόμουνα
Το βράδυ στο τζακούζι.

Κι όσο για τ’ άθλια πουλιά,
Μικρό αεροβόλο,
Μονάχα θα χρειάζονταν
Και μπουμ! σκάγια στον κώλο.

Ιωάννης
Λοιπόν, για κοίταξε εδώ,
Σου έφτιαξα ρουτίνα,
Θα την ακολουθείς πιστά,
Και τέρμα η κουζίνα.

Σαλώμη (στο κοινό με κίνηση μοιρολογίστρας, χτυπάει παλάμες πάνω απ’ το κεφάλι)
Αμάν, αυτός παλάβωσε,
Καλά πια δεν τον κάνω,
Μια ώρα εγώ αρχύτερα
Θέλω να τον πεθάνω.

Περσόνα τρέϊνερ εγώ,
Αν ήθελα θα είχα
Ψηλό, μεγάλο παιδαρά,
Και όχι αυτόν τον τρίχα!

(συνεχίζεται)

Σάββατο 13 Μαρτίου 2010

Y.Γ.

Όταν γράφω κάτι σαν το προηγούμενο ποστ νομίζω ότι πιστεύει κανείς πω ς προσπαθώ να εμπλέξω ανθρώπους σε συντεχνιακούς καυγάδες και μπερδέματα συμφεροντολογικά.
Μέγα λάθος.
Δεν μου το επιτρέπει η επαγγελματική και προσωπική ηθική. Αρκεί να δει κανείς το χάλι που βασιλεύει για να καταλάβει το δίκαιον του πράγματος.

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2010

ΤΕΤΟΙΑ ΛΕΩ...

...και μετά μου διαμηνύουν να μην περάσω ούτε απ' έξω. Στους τραμπούκους διαχειριστές του πολιτισμού, αφιερώνω ένα κείμενο του 2005. Σαν να μην πέρασε μια μέρα...(Αλλά και πριν, τα ίδια ήταν.)

ΌΧΙ ΑΛΛΕΣ..."ΛΙΜΝΕΣ ΤΩΝ ΚΥΚΝΩΝ"

Να χρηματοδοτηθεί η λυρική. Ναι! Αλλά με καινούργια πρόσωπα και καινούργιο κανονισμό. Με σκοπό να μπει πραγματικά στον 21ο αιώνα και να έχει συναίσθηση των όσων συμβαίνουν διεθνώς. Επίσης, χωρίς επικεφαλής του μπαλέτου κάποιον που θέλει να αναβιώσει το μύθο του Μαριούς Πετιπά στην αυτοκρατορική Αυλή της Αγίας Πετρούπολης του 19ου αι. Εκτός κι αν πρόκειται για ακραία στυλιστική επιλογή ενός μεταμοντέρνου "έργου" ή ενός προσωπικού "σεναρίου".
Είναι τρομερό να βρίσκεται ο πολιτισμός στα χέρια ανθρώπων που έζησαν τη μεταπήδηση από το καμπαρέ στον καθωσπρεπισμό ως τραύμα, ενώ θα μπορούσαν να το είχαν βιώσει ως μια εμπειρία μεταμφίεσης (όπως στις ιστορίες του Βοκκάκιου όπου γυναίκες ντύνονται άνδρες για να φθάσουν αγνές και en travesti στον αγαπημένο τους), χλευάζοντας τις κοινωνικές επιλογές του δίπολυο "αγία-πόρνη" για τη γυναίκα. Εξάλλου ένας έρωτας (έστω και γαι την τέχνη), πυο "ευπρεπίζει" είναι σχεδόν υλικό μελοδράματος, και το μελόδραμα είναι απολύτως συνεπές με τη "μεταμφίεση" που ανέφερα πιο πάνω.
Όχι λοιπόν άλλες Λίμνες των κύκνων μέσα από μια ηθικιστική άποψη που εξοντώνει τη δυναμική και τις δυνατότητες του χορού και των ανθρώπων του. Ναι, μόνο αν η πάλευκη Οντέτ του έργου καταρριφθεί ως σύμβολο ευπρέπειας και της ταύτισης του χορού μ' αυτήν. Στο κάτω-κάτω ο χορός υπήρξε πάντοτε η τέχνη που αφορίστηκε και εκδιώχθηκε ως η λιγότερο ευπρεπής. Θα πρέπει λοιπόν η παρουσία του στον παρόντα χρόνο, αν μη τι άλλο, να είναι συνεπώς επαναστατική, εμ την ιστορία του.

Υ.Γ. Άλλαξε ο Μανωλιός τότε, και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς, πληρώνοντας τεράστια ποσά, ακόμα πιο πολλά από πριν σε ανεπάγγελτους σαλτιμπάγκους, ασταθείς πρώην μπαλαρίνες, ανθρώπους χωρίς τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, που τους κράτησαν ΠΑΡ' ΟΛΑ ΑΥΤΑ, με ειδικές τροπολογίες.

Υ.Γ.1 Το κείμενο αυτό είναι ένα από τα πολλά που έχω αφιερώσει στο φρικαλέο εθνικό μας συγκρότημα. Πάντοτε οι κριτικές που έγραφα είχαν και παραινέσεις, ας όψεται ο κερατάς ο Δημοσθένης που τον πίστεψα...
-Να κάνει προσλήψεις/αντικατάσταση του δυναμικού
-Οι προσλήψεις να έχουν διεθνή χαρακτήρα
-Να περιορίσει τις σπατάλες
-Να αποκτήσει συγκεκτιμένο προφίλ και ρεπερτόριο
-Να φτιάξει σωστή σχολή μπαλέτου
-Να πετάξει έξω τα λαμόγια
-Να φτιάξει δυναμικές δημόσιες σχέσεις
-Να ανανεώσει το προφίλ της στον κόσμο
-Να φτιάξει ρεπερτόριο για τους μεγαλύτερους σε ηλικία χορευτές που σέρνονται μέχρι να μαζέψουν τα ένσημα γαι τη σύνταξη και άλλα.

Φαντάζομαι τα σχέδια των λαμόγιων που έχουν απομυζήσει άλλους οργανισμούς, με τι χαρά θα περιμένουν να ξεχυθούν στο μεταστεγασμένο κουφάρι της ΕΛΣ, όταν θα γίνει το καινούργιο κτίριο υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου...
Μην τους λυπάστε.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

ΤΟ ΩΡΑΙΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝ

Ξανθιά (σαντρέ) με μισοξεβαμένες ρίζες και πατικωμένο το πίσω μέρος του μαλλιού σνα να 'χε μόλις σηκωθεί από το κρεβάτι, ενώ η ώρα ήταν 12 και μισή.
Με το ταμπελάκι "κλειστόν" μπροστά της και ένα σαδιστικό χαμόγελο στα χείλη καθώς η ουρά πύκνωνε στα δύο ταμεία που προσπαθούσαν να εξυπηρετήσουν τους ταλαίπωρους που συνωστίζονταν να πλήρώσουν τους λογαριασμούς τους.
Εκείνη, ο ιδεότυπος του μεταλλαγμένου ανθρώπινου είδους σε δημόσιο υπάλληλο μας κοίταζε περίεργα, ίσως και με ικανοποίηση που το άγιο Δημόσιο της εξασφάλιζε δικαιολογίες για την αργομισθία της που βασίζονταν στο γραφειοκρατικό: "θα σας εξυπηρετούσα, αλλά απασχολούμαι σε διαφορετικό τομέα". (Ο τομέας της ήταν η βαρεμάρα μέχρι να συμπληρωθεί το ωράριο ή να της τηλεφωνήσει επιτέλους η συνυφάδα της η Κούλα.)
Μας έριξε μια τελευταία ματιά αναλογιζόμενη με ρίγη ασφάλειας μέσα της εκείνο το μπάρμπα της με το μέσον, (κι ας άπλωνε κάπως παρεξηγήσιμα τα κουλά του ο μπάρμπας στο Σουλάκι), που τη διόρισε μόλις τελείωσε κουτσά-στραβά το γυμνάσιο, και σχεδόν μας λυπήθηκε. Για την κακή μας μοίρα να στεκόμαστε σε ουρές χωρίς κάποιου είδους προστασία ιεραρχική, υπηρεσιακή, θεσμική...

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΡΤ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΤΥΛΟΒΑΤΕΣ ΤΗΣ ΓΙΟΥΡΟΒΙΖΙΟΝ

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

ΣΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΑ

(βλέπω και κάτι αρσενικούς στο βάθος, για όξω διότι είδατε τι έπαθε ο Πενθέας -τον πενθήσανε).

Λοιπόν τώρα που πέρασε η μέρα της γυναίκας, ο κατάπτυστος αυτός εορτασμός κατά του οποίου έχω γράψει σειρά άρθρων, όπου ο πλανήτης πρέπει να μας θυμάται το πρόσωπο που εορτάζει και να φροντίζει να παίρνει τις αποστάσεις του, όπως π.χ. πρέπει να κάνει με την πείνα, την παράνομη μετανάστευση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το αλτσχάϊμερ, τον εμφύλιο στη Νιγηρία, την παιδική εργασία κ.ο.κ., μπορώ να καλέσω σε συμπαράταξη και ιερό πόλεμο κατά της πατριαρχίας τις ομόφυλές μου.

-Σταματήστε να κάνετε τις χαζές (παρεκτός κι αν είστε, οπότε συνεχίστε ως έχει την εργασία σας)
-Σαματήστε να θαυμάζετε το πρώτο τυχόν βούρλο επειδή σας έταξε γάμο (σας έταξε δηλαδή ότι η μάνα σας κι ο πάτέρας σας, θα πληρώσουν ένα σκασμό λεφτά για να μη νιώθει αυτός χάλια που θα σας "φορτωθεί" ενώ εκ παραλλήλου τρέχουν σχέσεις-γραμμάτια με άλλες δύο. και για σας επίσης, αλλά γι' αυτόν λέμε τώρα)
-Μην είσαστε ύπουλες και κακομοίρες, ότι θέτε στα ίσα
-Συνασπιστείτε επαγγελματικά, μπειμπυ-σιττερικά, διατηρείστε προσεκτικά, περιφρουρήστε και αυξήστε τα οικονομικά σας
-Και εν πάση περιπτώσει, να ξέρετε ότι αυτό που κάνει τα θεμέλια να τρίζουν όπως όταν τα κούνησε ο μαλλιάς ο Σαμψών, η αληθινή δύναμη, δεν είναι το μπράτσο (αν και θέλει κι ο άντρας της μπούφλα του για να μην πετάγεται σαν πορδοβούλωμα όλη την ώρα), αλλά η γνώση.
Δε χρειάζεται να ξέρετε μόνο τις ώρες προβολής της Λαμπίρη και τα ονόματα του πάνελ της Μελέτη, άμα δε και τις τιμές κομμωτηρίου των Κομμώσεων Λίτσα. Σας παρακαλούμε καλές μου κοτούλες, μη χαλάτε την πιάτσα!

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ 16 (XVI)

Σαλώμη
Λοιπόν...
Έλα και πιάσε το βυζί
Σου δίνομαι Ιωάννη,
Έλα και είμαι από σεξ
Πολύ καιρό χαρμάνι.

Δεν έχει άλλα ψέματα,
Σου λέω πως σε θέλω,
Και θα μου κάτσεις μάγκα μου
Σε τούτο το μπουρδέλο.

Ιωάννης
Μα πας καλά κοπέλα μου;
Ή σου ‘στριψε η βίδα;
Τέτοια λυσσάρα άλλη φορά
Μές τη ζωή δεν είδα!

Σου είπα μια, σου είπα δυό,
Σου το ‘πα χίλες-μια
Δεν είσαι αυτό που επιθυμώ
εγώ σε μια κυρία...

Η μόρφωσή σου είναι μηδέν,
Επίπεδο ένα χάλι,
Να ήσουνα και όμορφη,
Θα έλεγα χαλάλι.

Άσε που εγώ τον πειρασμό
Της σάρκας έχω γράψει,
Εκεί που το μελάνι σου
Δε φτάνει να ξεγράψει.

Είμαι ταμένος πια εγώ,
Και άλλο δεν ενδίδω,
Και μην ελπίζεις άμποτε
Ότι θα δεις και πήδο.

Τα είπα και ελάλησα,
Και είμαι κουρασμένος,
Λέω να πάω στο κελλί,
Νιώθω πολύ πεσμένος.

Είναι πολύ κουραστικά
Εδώ εις το παλάτι,
Η ζωή σας είναι άχρηστη,
Αν και αγαθά γεμάτη...

Έχετε πράντα και βουιτόν,
Γκαμπάνα και Βερσάτσε,
Αλλά με έπρηξες μωρή,
Αντε στην άκρη κάτσε!

Σαλώμη
Ώστε εσύ δεν πρόκειται
Λέγεις να μου καθίσεις...
...Ή μήπως και τώρα το λες
Για να με εκνευρίσεις;

Ιωάννης
Δεν το πιστεύω τούτο εδώ,
Είναι πρωτοφανές,
Ζεις μέσα εις την άρνηση,
Και είναι προφανές.

Κοπέλα μου με έπρηξες,
Μου πήρες το κεφάλι (η Σαλώμη κοιτάει το κοινό και τον δείχνει)
Η γκρίνια σου δεν τρώγεται.
Τα ίδια λες και πάλι.

Σαλώμη
Τα εννοείς όλα αυτά;
Εμμένεις να με αρνείσαι;
Ή μήπως για τη μάνα μου
Εμένα εκδικείσαι;

Ιωάννης
Είσαι ίδια η μάνα σου,
Καθόλου δε διαφέρεις,
Και ποσώς νοιάζομαι εγώ
Εάν εσύ υποφέρεις.

Σαλώμη
Τι θέλεις πια να κάνω εγώ
Για να σου αποδείξω
Ότι οι προθέσεις είναι αγνές;
Γδύσου και θα σου δείξω.

Ιωάννης
Λοιπόν εσύ κοπέλα μου
Δεν παίρνεις από λόγια,
Θα φταίνε οι παρέες σου,
Του παλατιού λαμόγια.

Εγώ γυρίζω στο κελλί
Και άλλο δεν αντέχω,
Σου εύχομαι ό,τι ποθείς,
Άλλη ευχή δεν έχω.

Σαλώμη (σηκώνοντας το χέρι και δραματικά τεντώνοντας το δείκτη προς το μέρος του)
Πρόσεξε για τι εύχεσαι,
Γιατί απ’ τον Ηρώδη
Θα πάρω το κεφάλι σου
Αφού του δείξω πόδι.

Ιωάννης
Πόσο είσαι αντιπαθητική
Κόρη αυτής της αχρείας
Δεν έχει στόφα κατ’ εμέ
Μιας μεγαλοκυρίας.

Είσαι χοντρή και λαϊκιά,
Μυρίζεις κουζινίλα,
Όταν κοντά σου βρίσκομαι
Μου έρχεται ξυνίλα.

Σαλώμη
Πόσο πολύ προσβλητικά
Το λόγο μου απευθύνεις,
Τι έκανα κι επίμονα
Τόσο σκληρά με φτύνεις;

Να σώσω το κεφάλι σου
Προσπάθησα διότι
Σε αγαπώ ηλίθιε,
Του έρωτα προδότη!

Είμαι λιγάκι τροφαντή
και έχω και ψωμάκια,
αλλά διαίτης προϊόν
πίνω σε φακελλάκια...

Υπόσχονται πως σύντομα
η κυτταρίτις φεύγει,
από αυτή την πρακτική,
το πάχος δεν ξεφεύγει.

(συνεχίζεται)

Σάββατο 6 Μαρτίου 2010

MY WAY




Άντε να μας φτιάξει το κέφι...! χαχαχαχαχαχαχα!!! λέγονται bratisla boys.

Τετάρτη 3 Μαρτίου 2010

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

ΣΑΛΩΜΗ XV (15)

Ιωάννης (στο κοινό)
Τι θέλεις τώρα από εμέ,
κόρη της Βαβυλώνας,
Κι εδώ μπροστά μου ενέσκυψες
Ωσάν χοντρός κυκλώνας;

Εγώ να διαμαρτυρηθώ
Ήρθα για το φαί,
Που δεν το τρώει να ξέρετε,
Ούτε κι ένα σκυλί.

Και βρέθηκα ο άμοιρος
Μες σε συνωμοσίες,
Με μάνα, κόρη, πατριό,
Πάρτυ και συνουσίες!

Καλύτερα να έτρωγα
της φυλακής το γεύμα (συνεχίζει συνωμοτικά, χαμηλόφωνα)
παρά το ζώο τούτο εδώ,
να κάνει δήθεν πνεύμα.

Ώστε...(παύση, συνεχίζει χαμηλόφωνα)θέλουν το κεφάλι μου
Εκεί εις το παλάτι,
Θα πάρουνε τ’ αρχίδια μου
Και θα τους μπω στο μάτι.

Σαλώμη
Σε βλέπω εδώ σιωπηλό
Να κάθεσαι Ιωάννη,
Όσα σου είπα εντύπωση
Καμιά, δε σου ‘χουν κάνει;;;!

Ιωάννης
Πώς...πώς και σε ευχαριστώ,
Αλλά δεν το πιστεύω,
Στου φόβου το βασίλειο
Δε θέλω να κατέβω.

Σαλώμη (κάνοντας φούσκες με την τσίχλα και φτιάχνοντας το σουτιέν)
Κατέβα δέκα τα σκαλιά,
Και τρόμαξε καλέ μου,
Γιατί σε βλέπω ακέφαλο
Προφήτη κολλητέ μου.

Ιωάννης (στο κοινό)
Αυτό που με λένε κολλητό
Λες και καλά με ξέρουν,
Με εκνευρίζει αφάνταστα
Και μόνο αν το αναφέρουν!

Πώς θα σκεφτώ ακέφαλος,
Πρόβλημα θα ‘ναι μέγα
Η κεφαλή του σώματος
Είναι άλφα και ωμέγα.

Σαλώμη
Απόλυτα εγώ συμφωνώ
Με όσα τώρα είπες,
(στο κοινό) Έστω κι αν φιλοσοφικώς,
Ήτανε μόνο πίπες.

Λοιπόν, για άσε τα πολλά
Και κοίτα να την κάνεις,
Αν μείνεις κι άλλο δίπλα μου,
Στο λέω θα με τρελάνεις.

Μ’ ανάβεις, θέλω να στο πω,
Κι όσο έχεις κεφάλι,
Προτείνω να το κάψουμε
Δε θα σου τύχει κι άλλη!

Ν’ αλλάξω όσα η μάνα μου
Σου έχει σχεδιάσει,
Δεν το μπορώ αγόρι μου,
έπαιξες κι έχεις χάσει.

Ιωάννης
Ώστε φρικτή πριγκίπισσα
Με έφερες εδώ
Με πονηρό, ακόλαστο
Και ύπουλο σκοπό;;;!

Σαλώμη
Όχι μη με παρεξηγείς,
Δε γίνεται ν’ αλλάξω
Η αμαρτία μέσα μου
με σπρώχνει σε όσα πράξω.

Ιωάννης
Τι δράμα είναι αυτό που ζεις...
Ναι, το καταλαβαίνω,
Αλλά για να το λύσουμε,
Τώρα δεν προλαβαίνω.

Προσπάθησε μετάνοιες
Πήγαινε προσευχήσου,
Και άμα δε συνετιστείς,
Σε μοναστήρι κλείσου.

Τι άλλο να σου πω κι εγώ,
Προφήτης είμαι μόνο,
Πώς ν’ απαλύνω της ψυχής
αυτό το μέγα πόνο...;

Σαλώμη
Θέλεις μαζί να φύγουμε
Να πάμε Αργεντινή,
Εκεί ξέρω παράνομοι,
Το έσκασαν πολλοί.

Κυνηγημένοι και ναζί,
Δικτάτορες μεγάλοι,
αν έμεναν στις χώρες τους
θα 'χαν μεγάλο χάλι!

Δεν είδες που απ' τη Χιλή,
λέγονται όλοι Μύλλερ,
νομίζω ότι πήγανε
αφού έπεσε ο φύρερ...(παύση)

Είναι μεγάλη απόσταση,
μα ο Ιάσων πρώτα
Για ένα χρυσοτόμαρο
Μας έδωσε τα φώτα,

Θαλασσοπόρος και γαμπρός
Στης Μήδειας τα μέρη,
Ενώ κανείς δεν έλεγε
Πως θα τα καταφέρει.

Θα περιπλεύσουμε ευθύς
Βερίγγειο, ρίο Γκράντε,
Μεσόγειο και Ατλαντικό
θα ξεκουνήσεις; άντε!

Στα δεξιά του ποταμού
Του Ρίο ντε λα Πλάτα,
Στη μνήμη του μεξικανού
Του ρέμπελου Ζαπάτα,

Μνημείο θα να στήσουμε,
Μετά θα προχωρήσω,
Ουρουγάη, Εκουαδόρ
Εγώ θα τα πατήσω.

Ιωάννης
Μα πας καλά πρίγκίπισσα,
ή σου 'στριψε λιγάκι;
μήπως και τράβηξες πρωί
κανένα ποτηράκι;

Δεν έχει ανακαλυφθεί
ακόμα η Αμερική,
για φήμες μόνο πρόκειται,
στην Αραμαϊκή...

Εφημερίδες ζηλωτών
γράφουν τοιαύτα ψεύδη,
πιστεύουν οικονομικά
να 'χουν μεγάλα κέρδη.

Πρόκειται περί ζηλωτών,
με τρομεράς φατρίας,
στο λέω εγώ προφητικά
άνευ ζηλοτυπίας.

Κονδύλια σκοπεύουνε
έτσι να εκμαιεύσουν
και με ελπίδες μάταιες,
πλήρωμα να παιδεύσουν...

σε θάλασσες ανύπαρκτες
θέλουν να περιπλεύσουν,
με μύθους και με τέρατα
θέλουνε να παλαίψουν...

Σαλώμη
Μα πάει καλά ο άνθρωπος;
προφήτης είναι αυτός;
ή έμεινε στη φυλακή
πολύ καιρό κλειστός;

Αυτός και το κεφάλι του
δεν ξέρει πως θα χάσει,
και τώρα πάω στοίχημα
πως το 'χει πια ξεχάσει.

Αχου! κι ακούω βήματα,
λες να 'ναι η μητέρα;
αν ξαναμπεί στα δώματα
της κόβω τον αέρα!

Έλα δω! φτάνει η μάνα μου!
γρήγορα καμουφλάζ!
φίλα με γρήγορα καλέ,
εδώ στο τατουάζ!

Ιωάννης
Μα πας καλά; δε δέχομαι
φιλιά εγώ δε δίνω!

Σαλώμη
Μα πας καλά παιδάκι μου;
θες να σε πω κρετίνο;

Ιωάννης
Και Μπάστερ Κήτον να με πεις
φιλάκι δε σου δίνω,
είμαι αγνός, περήφανος,
κι ούτε καπνίζω ή πίνω.

Σαλώμη
Η μάνα μου θα τσαντιστεί,
το δήμιο θα καλέσει,
και το κεφάλι σύντομα
προβλέπω θα πονέσει.

Ενώ αν σ' έχω αγκαλιά,
ερωτήσεις δε θα κάνει,
θα φύγει γρήγορα από δω,
πάναγνε Ιωάννη.

Γι' αυτό σου λέω
ένα φιλί δώσε για να γλυτώσεις

Ιωάννης
Ποτέ αυτό δεν πρόκειται...

Σαλώμη
Ε τότε να μη σώσεις!

Προσπάθησα τα μέγιστα,
αλλά εσύ σου λέω,
δεν τρώγεσαι με τίποτα,
με κάνεις κι όλο κλαίω!

(ησυχία)
Η μάνα μου ξεμάκρυνε,
πάει για τον Ηρώδη,
κάτι θα θέλει για να πει
στο άχρηστο το βόδι...

(συνεχίζεται)