Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2007

ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ/ LA PSYCHANALYSE

H ψυχανάλυση, γνωστή και ως «διά της ομιλίας θεραπεία» (talking cure), δεν παρηγορεί τον ασθενή και δεν του συμπαραστέκεται με τους τρόπους που τον αντιμετωπίζει η παραδοσιακή ιατρική. Είναι μια μέθοδος διερεύνησης των ψυχικών διεργασιών μέσω των ονείρων και των ελεύθερων συνειρμών, αλλά και της μεταβίβασης και της αντιμεταβίβασης ανάμεσα σε αναλυόμενο και αναλυτή. Δέχεται την ύπαρξη ασυνείδητων πλευρών του ψυχισμού και αναζητά την απαρτίωσή τους στο συνειδητό στη διάρκεια της θεραπείας.

Η ψυχανάλυση έχει υποφέρει από πολλές παρανοήσεις. Η διάρκειά της, το κόστος και η «εξουσία του αναλυτή» πάνω στον αναλυόμενο, είναι ζητήματα που εξάπτουν τη λαική φαντασία, αλλά επίσης απασχολούν, ιδίως τα δύο πρώτα, ασφαλιστικούς και κρατικούς φορείς καθώς και νοσοκομεία. Επιπλέον, στη χώρα μας τουλάχιστον, το στίγμα της επίσκεψης στον ψυχαναλυτή είναι ακόμη υπαρκτό, αν και κάποια πρόοδος διαφαίνεται σε σχέση με το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Η θεωρία του του Σίγκμουντ Φρόυντ, «πατέρα της ψυχανάλυσης», που φέτος γιορτάζονται τα 150 χρόνια από τη γέννησή του, συγκεντρώνει ακόμη τα βέλη της κριτικής, έχει συχνά παρερμηνευθεί, αλλά και έχει αποτελέσει τη βάση για πολλαπλές «δημιουργικές αναγνώσεις». Ανάλογα με τη σκοπιά των ερευνητών, έχει δεχθεί επιδράσεις από τη βιολογία, τις κοινωνικές επιστήμες, τη φεμινιστική θεωρία, διαφοροποιούμενη από το αρχικό μοντέλο ως θεραπευτική πρακτική και θεωρία.

Η ιστορία της ψυχανάλυσης στην Ελλάδα
Η σχέση της Ελλάδας με την ψυχανάλυση ξεκίνησε πολύ παλιά, στις αρχές του 20οού αιώνα, και συγκεκριμένα το 1915, όταν ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης έδωσε διάλεξη με θέμα «Η καταγωγή της γλώσσας και η Φρουδική ψυχολογία». Ακολούθησε σειρά άρθρων από ανθρώπους των γραμμάτων, μέχρι που το 1927 ο ψυχίατρος Δημήτριος Κουρέτας την επανέφερε πιο μεθοδικά στην επικαιρότητα. Χρειάστηκε να περάσουν ακόμη 20 χρόνια, ωσότου μια ομάδα απαρτιζόμενη από τον ίδιο, τον παιδοψυχίατρο Γεώργιο Ζαβιτσιάνο και τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο, με τη βοήθεια της πριγκίπισσας Μαρίας Βοναπάρτη, να αναγνωριστούν ως «ομάδα εργασίας» (study group) της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Η ίδια η Άννα Φρόυντ, κόρη του Φρόυντ και ψυχαναλύτρια η ίδια, επισκέφθηκε την Αθήνα το 1949, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να διαφυλάξει τη νεοσύστατη ομάδα από τη διάλυση, όταν κορυφώθηκε η αντίδραση στην άσκηση της ψυχανάλυσης από τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο. Μια προσπάθεια να υπάρξει μια καινούργια οργανωμένη κίνηση στην Ελλάδα υπό την αιγίδα της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, ξαναεμφανίζεται πλέον στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Νέα «ομάδα εργασίας» δημιουργήθηκε τελικά το 1981, με τους Πέτρο Χαρτοκόλλη, Παναγιώτη Σακελλαρόπουλο, Αθηνά Αλεξανδρή, Σταυρούλα Μπεράτη και Άννα Ποταμιάνου. Άδεια δίνεται ένα χρόνο αργότερα, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 δύο νέα μέλη προστίθενται (Θάλεια Βεργοπούλου, Νίκος Τζαβάρας) -έχουν ήδη αποχωρήσει άλλα δύο. Η Ελληνική Ψυχαναλυτική Εταιρεία (ΕΨΕ) έγινε τακτικό μέλος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας μόλις το 1999. Σήμερα αριθμεί 31 μέλη: 11 τελειόφοιτους και 31 εκπαιδευόμενους. Ας σημειωθεί ότι την Ελλάδα έχουν επισκεφθεί εκτός από την Άννα Φρόυντ (1949), και άλλοι διάσημοι αναλυτές, όπως ο Ρενέ Σπιτς (1959), η Μάργκαρετ Μάλερ (1962) και ο Ζακ Λακάν (1965).

Τα ψυχαναλυτικά ρεύματα στην Ελλάδα σήμερα
Στην Ελλάδα σήμερα θα βρει κανείς πολλά από τα ψυχαναλυτικά ρεύματα ή τις ψυχοθεραπευτικές πρακτικές που υπάρχουν και στο εξωτερικό. Κάποιες φορές θα ακούσει, μιλώντας με εκείνους που ασκούν το επάγγελμα, όπως στην περίπτωση του κ. Κώστα Γεμενετζή, ιδρυτή της «Ελληνικής Εταιρείας Φαινομενολογικής Υπαρξιακής Ανάλυσης», πως η εταιρεία τους «δεν ταυτίζεται, συναντιέται όμως με άλλες του εξωτερικού, στον ευρύτερο χώρο του Daseinanalysis». Το ρεύμα αυτό προήλθε από τη μίξη των απόψεων των ψυχιάτρων Μένταρντ Μπος και Λούντβιχ Μπινσβάγκερ με «τις θεωρίες του Μάρτιν Χάιντεγγερ». «Η κατεύθυνση της εταιρείας προέρχεται από την ψυχανάλυση», συνεχίζει ο κ. Γεμεντζής, «διατηρεί το πλαίσιο και τους βασικούς όρους της Φρουδικής πρακτικής, όμως δεν εκπροσωπεί το θεωρητικό της υπόβαθρο και την αντίστοιχη θεραπευτική τεχνική». Τι θα πει όμως να ακολουθείται η «Φρουδική πρακτική» ή σκέψη; «Πρακτικά σημαίνει ότι όλη η δουλειά στηρίζεται στο φρουδικό ασυνείδητο και στην εργασία πάνω σ’ αυτό μέσω της μεταβίβασης και της αντιμεταβίβασης», λέει η κυρία Χρυσή Γιαννουλάκη, ψυχίατρος, η οποία ακολουθεί «τη Φρουδική σκέψη». Πρακτικά, «κάνω ψυχανάλυση» σημαίνει «τέσσερεις ή και πέντε φορές την εβδομάδα», λέει ο κ. Χρήστος Ιωαννίδης, ψυχαναλυτής.
Δεν είναι όμως όλες οι μετα-Φρουδικές τάσεις σχισματικού χαρακτήρα. Ο Γάλλος ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν προέτρεψε σε μια «επιστροφή στον Φρόυντ» και «ξαναδιάβασε» τη θεωρία του στο φως των γλωσσολογικών παρατηρήσεων και θεωριών του Φερντινάν ντε Σωσσύρ, του Γιάκομπσον και άλλων. Ο Ζακ-Αλαίν Μιλλέρ, γαμπρός του Λακάν και ψυχαναλυτής ο ίδιος, ανέλαβε, μετά το θάνατό του, «να μεταγράψει σε κείμενο και να κυκλοφορήσει τη θεωρία του. Υπήρξαν και άλλες απόπειρες που δεν έπεισαν τον Λακάν, μέχρι που αυτή τον έπεισε. Έχει να κάνει με την ίδια την επιθυμία του Λακάν και δεν αμφισβητείται», λέει η κ. Νάσια Λινάρδου-Μπλανσέ μέλος του New Lacanian School, που ανήκει με τη σειρά του, στην World Association of Psychoanalysis (WAP) που ίδρυσε, διατρέχοντας πολλές χώρες του πλανήτη, ο Ζακ-Αλαίν Μιλλέρ. «Θεωρούμε τους εαυτούς μας μαθητές του Ζ.-Α. Μιλλέρ, που έχει πλέον εκπαιδεύσει δύο γενιές ψυχαναλυτών», λέει. Κατά τη γνώμη της, «η ψυχανάλυση υφίσταται μια φοβερή επίθεση επειδή υπάρχει μια συγκυρία του πολιτισμού που ρέπει προς τη βιοεξουσία. Υπάρχει κάποιου είδους τρελλή σκέψη ότι ο άνθρωπος θα μπορούσε να συρρικνωθεί, να αναχθεί μόνο σε αυτό που είναι ως βιολογία, με τη φιλοδοξία ότι έτσι θα θεωρήσουμε τον άνθρωπο ως μηχανή: τιθασεύσιμο, προβλέψιμο».

Ακόμη όμως και ψυχοθεραπευτές που ασχολούνται με άλλης μορφής θεραπευτική προσέγγιση, όπως ο κ. Δημήτρης Κόκκαλης της Συστημικής Σχολής, δηλώνουν ότι «ναι μεν η συστημική προσέγγιση έχει ως βασική αρχή ότι προσεγγίζει τον άνθρωπο στο πλαίσιό του, ως μέρος δηλαδή ενός συστήματος και εξετάζει τις σχέσεις του ανθρώπου αυτού με τα άλλα μέρη, όμως το μοντέλο των ενδοψυχικών σχέσεων, μια και ο άνθρωπος αποτελεί ένα σύστημα από μόνος του, είναι αυτό της ψυχανάλυσης». Και προσθέτει: «Όταν δουλεύεις και εστιάζεις στην ψυχοθεραπευτική σχέση, σαφώς πρέπει να λάβεις υπόψη σου κάποιες ψυχαναλυτικές αρχές. Οπότε επί της ουσίας μιλάμε για το θέμα της μεταβίβασης και της αντιμεταβίβασης. Θεωρώ την ψυχανάλυση λοιπόν, ως τη μήτρα της ψυχοθεραπείας». Όσο για τον κλάδο της Γνωσιακής Ψυχοθεραπείας που τα τελευταία χρόνια συγκεντρώνει το ενδιαφέρον και την προτίμηση ψυχιάτρων και ψυχοθεραπευτών ιδίως στις Αγγλοσαξωνικές χώρες και αποτελεί κύριο αντίλογο στις πιο παραδοσιακές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις αλλά και στην ίδια την ψυχανάλυση λόγω μικρού χρόνου, επομένως και μικρότερου κόστους αλλά και αποτελεσματικότητας ιδίως σε περιστατικά κατάθλιψης, βουλιμίας κλπ., κατά τον επίκουρο καθηγητή της Ψυχιατρικής κ. Ιωάννη Παπακώστα: «Μεγάλο υπέρ της ψυχανάλυσης είναι ότι ασχολείται πραγματικά με τον άνθρωπο, με τη ζωή, με τις ασυνείδητες δυνάμεις και την εξέλιξή του στο χρόνο. Μειονέκτημα είναι ότι δεν μπορεί να έχει κανείς, αυτό που έλεγε ο Πόππερ, ο μεγαλύτερος επικριτής της ψυχανάλυσης, την αρχή της διαψευσιμότητας. Δεν μπορείς να βάλεις τα πορίσματα σε έρευνα, να τα ελέγξεις. Η γνωσιακή προσπαθεί να γίνει έγκυρη σαν την ψυχανάλυση, να ασχοληθεί με τον άνθρωπο, και ταυτόχρονα να πάρει αρετές της συμπεριφοριολογίας». Άλλωστε σήμερα, συνεχίζει, «οι πολιτικές των κρατών και των ταμείων από την πλευρά της καταβολής χρημάτων, είναι να διαθέτουν χρήματα μόνο για θεραπείες όπου αυτό που λέγεται μπορεί να ελεγχθεί. Στην κλινική πράξη, εξωτερικά ιατρεία, νοσοκομεία, η πιο αποτελεσματική ψυχοθεραπεία είναι η γνωσιακή».

Στο θέμα της αποτελεσματικότητας, των μετρήσεων και του ελέγχου, ο κ. Θανάσης Τζαβάρας, ψυχαναλυτής, δηλώνει: «Μετά τη δεκαετία του ’60, έχουν προκύψει μια σειρά από ψυχοθεραπείες βραχείας εφαρμογής. Είτε πρόκειται για βραχεία ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, είτε για τη γνωσιο-συμπεριφορική, είτε για τη συστημική, μερικές φορές. Κάνουν πολύ καλά. Το πρόβλημα όμως της αποτελεσματικότητας μιας θεραπείας δεν καθορίζεται αυστηρά. Είμαστε σε πεδίο μεγάλης ασάφειας, στο οποίο παίζει ρόλο και το φαινόμενο «placebo», το οποίο προσμετράται ακόμη και στα πιο αυστηρά χημικά φάρμακα, φτάνει μεταξύ 30 και 50 τοις εκατό του τελικού αποτελέσματος. Έπειτα υπάρχει επίσης η μετακίνηση του συμπτώματος. Θεραπεύεται κάποιος για φοβία για τα αεροπλάνα, για παράδειγμα, και μετά ενδεχομένως, αρχίζει να φοβάται τις κατσαρίδες...Δεν μπορεί λοιπόν κανείς να μιλάει με βεβαιότητα για τη λεγόμενη επί των δεδομένων στηριγμένη ιατρική (evidence based medicine), η οποία δηλαδή στηρίζει τις θεραπευτικές της αποφάσεις μέσα από μεγάλου βαθμού στατιστικά δεδομένα. Ναι μεν έχει βελτιώσει λίγο την κατάσταση ως προς την δυνατότητα λήψης απόφασης (decision making) του γιατρού, αλλά το πρόβλημα της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας είναι πάρα πολύ σοβαρό. Υπάρχει ένα πρόβλημα σοβαρό εδώ, κι όποιος λέει ότι το έχει λύσει λέει ψέματα ή έχει συμφέροντα. Το όλο θέμα δηλαδή είναι τόσο fake όσο και τα σιλικονάτα στήθη». Παρά το μακρόν του χρόνου μιας ψυχαναλυτικής θεραπείας, η οποία ας σημειωθεί δεν συνιστάται προς όλους, η κ. Γιαννουλάκη υπεραμύνεται των αποτελεσμάτων της ακόμη και σε βαριές περιπτώσεις όπως είναι οι ψυχώσεις: «παρότι αυτό που λέγεται είναι ότι προσφέρονται κυρίως για φαρμακευτική αγωγή που γνωρίζει και μεγάλη άνθιση λόγω της προόδου της βιολογίας, η προσέγγιση της ψυχοδυναμικής κατεύθυνσης είναι αναντικατάστατη για την ποιότητα ζωής που μπορεί να αποκτήσουν οι ασθενείς. Η δυνατότητα να ωφεληθούν από τη σχέση που δημιουργείται με έναν έμπειρο κλινικό θεραπευτή ούτως ώστε να υπάρξει μια αργή και σταδιακή μεταβολή, είναι υπαρκτή. Μιλάμε για 7 με 8 χρόνια θεραπείας βεβαίως, όμως τα έξοδα για τα ταμεία και το κράτος, αντισταθμίζονται με τη μείωση των φαρμάκων και τη βραχύτερη νοσηλεία».

Το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή: επιστήμονας ή «μάγος»;
Από τις συζητήσεις προκύπτει ότι η ψυχανάλυση στην Ελλάδα, στις ποικίλες της μορφές, Σχολές και προσεγγίσεις, που συχνά είναι ενδεικτικές του χάους, του ασυντόνιστου, του καινούργιου, είναι υπόθεση των τελευταίων 25 ετών. «Υπάρχουν πάρα πολλές Σχολές, άλλες πλησιάζουν η μια την άλλη, άλλες έχουν μεγαλύτερες διαφορές. Υπάρχουν μικρές ομάδες και Εταιρείες, ή τουλάχιστον πολλές από αυτές αυτοαποκαλούνται Εταιρείες», λέει ο κ. Χρήστος Ιωαννίδης. «Προς το παρόν», τονίζει ο κ. Θανάσης Τζαβάρας, «με την 25ετία που υπάρχει πίσω μας, όλα αυτά είναι καινούργια πράγματα, και δεν έχουν μπει όρια. Υπάρχει συζήτηση λοιπόν, και νόμιμα υπάρχει, για το αν έχουμε και τσαρλατανισμό στην ψυχανάλυση, διότι δεν υπάρχει ιστορικό βάθος και παράδοση ψυχαναλυτών στην Ελλάδα. Έπειτα στις άλλες γλώσσες, ο όρος «ψυχανάλυση» είναι label, είναι όρος, δεν είναι λέξη της καθημερινότητας. Εδώ δυστυχώς, ακόμη και το μέντιουμ κάνει «ανάλυση της ψυχής», οπότε υπάρχει η ψευδαίσθηση της οικειότητας με τον όρο, και όθεν με τη μέθοδο». Και συνεχίζει: «Υπάρχουν ψυχαναλυτικές εταιρείες οι οποίες έχουν δημόσιους κανόνες, γνωστούς σε όλους και δίνουν την άδεια να λέγεται κάποιος ψυχαναλυτής σύμφωνα μ’ αυτούς τους κανόνες. Δεν υπάρχει λοιπόν ψυχαναλυτής στον κόσμο που να μην ακολουθεί τρία μείζονα στοιχεία: αναγκαιότητα προσωπικής ανάλυσης, αναγκαιότητα θεραπειών με επόπτες γεροντότερους πιο έμπειρους, και φυσικά, θεωρητικά σεμινάρια». Για το πλήθος των ασθενών που εμπιστεύονται τον εαυτό τους σε ανθρώπους ακατάλληλους και ανεκπαίδευτους, εκφράζει την ανησυχία του και ο κ. Ματθαίος Γιωσαφάτ, ψυχαναλυτής με πλούσιο έργο, που ανήκει σε ένα ρεύμα ελαφρά διαφοροποιημένου από τη Φρουδική θεωρία: «Με τη ψυχανάλυση δεν εννοούμε μόνο αυτά που βρήκε ο Φρόυντ, παρόλο που τα βασικά είναι όντως αυτά που βρήκε ο Φρόυντ. Εγώ είμαι βασικά ψυχαναλυτικός θεραπευτής. Εδώ στην Εταιρεία Ομαδικής Ανάλυσης χρησιμοποιούμε περισσότερο αυτό που ονομάζουμε, στην ψυχανάλυση πάλι, θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων. Είναι μια θεωρία των διαπροσωπικών και ενδοπροσωπικών σχέσεων. Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτή τη στιγμή πολλά ρεύματα και ψυχαναλυτικού τύπου εταιρείες, υπάρχει όμως και ένα πλήθος ανεκπαίδευτων ανθρώπων, πολύ κακών θεραπευτών οι οποίοι δυστυχώς είναι οι περισσότεροι, που λένε ότι εκπαιδεύουν ενώ οι ίδιοι δεν έχουν καμμία εκπαίδευση, κι αυτό είναι επικίνδυνο. Υπάρχει τώρα μια προσπάθεια από την Ε.Ε. να γίνει το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή επάγγελμα εγκεκριμένο, να μην μπορεί να το κάνει κανείς αν δεν είναι ψυχίατρος, ψυχολόγος ή κάτι άλλο τελοσπάντων ορισμένο, που θα πρέπει επίσης να έχει εκπαίδευση σε μια αναγνωρισμένη εταιρεία».

Η εξουσία του ψυχαναλυτή και το τέλος της ανάλυσης
Αν και ασκεί το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή, εμφανίζεται πολέμιος και καχύποπτος απέναντι στην εν δυνάμει εξουσία που κρύβει η σχέση αναλυτή-αναλυόμενου. Ο κ. Ιωάννης Τσέγκος, λέει πως «η ομαδική ανάλυση, ξεκινάει κι αυτή από την ψυχανάλυση, αλλά διαφέρει κατά πολύ, και ιδιαίτερα όπως τη διαμορφώσαμε στο Ινστιτούτο Ομαδικής Ανάλυσης Αθηνών. Στην ομάδα γίνεται ανάλυση όλης της ομάδας από όλη την ομάδα, συμπεριλαμβανομένου και του θεραπευτή. Χρησιμοποιούμε τις ελεύθερες συγκρούσεων περιοχές του ψυχισμού, τον κοινό νου, το χιούμορ, και διακρίνουμε μεταξύ σθένους και ισχύος. Αποσκοπούμε δηλαδή στην ενίσχυση του σθένους και όχι της εξουσίας, της ισχύος. Αυτό είναι σημαντικό, όχι για λόγους δημοκρατικότητας, αλλά για τον ίδιο το θεραπευτή, για να μην κολακεύει την ισχύ του. Επίσης, στην ομαδική ψυχοθεραπεία η παρουσία περισσότερων ατόμων επενεργεί ανασταλτικά στην εξουσία. Στην κλασική ψυχανάλυση ο ψυχαναλυτής και ο αναλυόμενος δεν βλέπονται, κι αυτό είναι ανατριχιαστικό. Μοιάζει με την εξομολόγηση των καθολικών. Εκεί δεν βλέπεις τον εκπρόσωπο του Πάπα, κι αυτά είναι σκοτεινά μέσα. Η όλη διαδικασία μοιάζει με καρικατούρα ψυχοδράματος». Στην ψυχοθεραπεία γνωσιακού τύπου, όπως λέει ο κ. Ιωάννης Παπακώστας: «Είμαστε συνεργάτες (με τον ασθενή). Εκείνος ως ερασιτέχνης ερευνητής έρχεται σε μένα, που υποτίθεται είμαι έμπειρος ερευνητής και μου λέει το πρόβλημά του που δεν γνωρίζω, αλλά το ακούω από εκείνον. Ξέρω τη μεθοδολογία, πώς να λύσω ένα πρόβλημα. Θα το λύσουμε μαζί, θα συνεργαστούμε».
Το θέμα της εξουσίας του άλλου «έρχεται ως ερώτημα σε κάθε τέτοια διαδικασία όπου πολλές φορές βλέπει κανείς ότι πίσω από αυτή την επιφύλαξη μπορεί να κρύβονται όπως συνήθως σ’ αυτές τις διαδικασίες, άλλες επιθυμίες, άλλες επιφυλάξεις που σιγά-σιγά επιλύονται καθώς τις επεξεργάζεται κανείς», λέει η κ. Γιαννουλάκη, ενώ για τον κ. Γεμενετζή «καμμιά φορά η άποψη περί εξουσίας του αναλυτή είναι δικαιολογημένη από τη στάση κάποιων που έχουν έναν τρόπο ερμηνείας, όπου μπαίνουν σε θέση παντογνώστη». Όσο για το «τέλος της ανάλυσης», συνεχίζει, «κάθε φορά είναι διαφορετικό. Δεν διαφέρει από το τέλος μιας σχέσης όπου και οι δύο έχουν την αίσθηση ότι δεν έχουν να πουν κάτι άλλο». «Ο Λακάν έλεγε ότι υπάρχουν φορές που θα πρέπει κανείς να πει ότι φτάνει, ως εδώ. Η διάρκεια, το τέλος μιας ανάλυσης, συζητιέται ανάμεσα στους δύο. Ο αναλυτής θα πει τη γνώμη του, αλλά όσον αφορά στη διάρκεια δεν υπάρχει μέσος όρος», λέει η κ. Λινάρδου-Μπλανσέ. «Μα και ο ψυχαναλυτής είναι άνθρωπος. Επενδύει στη δουλειά του, στον άλλο...Είναι μια διαδικασία πένθους που όμως δεν πρέπει να λειτουργεί ως τροχοπέδη σε μια αναλυτική διαδικασία», λέει ο κ. Χρήστος Ιωαννίδης, «και όσο για την εξουσία, θα έλεγα ότι υπάρχει σε κάποιο βαθμό όπως σε κάθε ανθρώπινη σχέση, σκοπός όμως είναι να αναλυθεί αυτή η εξουσία, αλλιώς δεν πρόκειται για μια σωστή αναλυτική διαδικασία».

Ο Φρόυντ και οι επίγονοι-Σχισματικές κινήσεις
Όττο Ρανκ:
Μελέτησε τους μύθους και τέθηκε υπέρ μιας ψυχοθεραπείας βασισμένης στο «εδώ και τώρα». Εστίασε σταδιακά στο «Τραύμα κατά τη γέννηση» που είναι και τίτλος του ομώνυμου βιβλίου του (1924).
Άλφρεντ Άντλερ:
Ο πρώτος που αποχώρησε από τον κύκλο του Φρόυντ, θεμελιωτής της ατομικής ψυχολογίας. Στο βιβλίο του «Ο νευρωτικός χαρακτήρας» (1912) ανάπτυξε τις κύριες θέσεις του για την προσπάθεια του ατόμου να μεταλλάξει το σύμπλεγμα κατωτερότητας σε ανωτερότητας. Κατέταξε την ομοφυλοφιλία, μαζί με την πορνεία και την εγκληματικότητα στις αποτυχίες της ζωής.
Κάρλ Γιουνγκ:
Εκτός από το εγώ και το ασυνείδητο, μίλησε για ένα ένα τρίτο μέρος της ψυχής, το συλλογικό ασυνείδητο την «ψυχική μας κληρονομιά». Περιεχόμενό του είναι τα αρχέτυπα, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγονται αυτό της «μητέρας», του «πατέρα», του «παιδιού», του «ήρωα», του «γέροντα σοφού», του «ζώου» κ.ά. Το θέμα χειρισμού της μεταβίβασης του αναλυομένου ήταν από τις βασικές αιτίες της ρήξης με τον Φρόυντ.
Κάρεν Χόρνευ:
Μίλησε διεξοδικά για τις νευρώσεις και αυτό που ονόμασε «βασική εχθρότητα» και «βασικό άγχος» στα παιδιά ως αντίδραση στην γονεική αδιαφορία. Ανέφερε την πιθανότητα ύπαρξης φθόνου της μήτρας στους άνδρες, κατ’ αναλογία προς το «φθόνο του πέους» στις γυναίκες. Ήταν από τους πρώτους που έγραψαν εγχειρίδια υπέρ της αυτο-ανάλυσης και αυτο-βοήθειας.
Έρικ Έρικσον:
Αναλύθηκε από την Άννα Φρόυντ. Σημαντικό έργο του το «Παιδική ηλικία και Κοινωνία». Περιέγραψε οκτώ στάδια ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης του ανθρώπου.
Κάρλ Άμπραχαμ:
Πιστός μαθητής, έδωσε μεγάλη σημασία στο σαδισμό, στοιχεία της θεωρίας του μετεξελίχθηκαν και αναπτύχθηκαν στη θεωρία της Μέλανι Κλάιν για την ψυχανάλυση των παιδιών.
Βίλχελμ Ράιχ:
Ψυχίατρος και ψυχαναλυτής, επίσης Εβραικής καταγωγής όπως οι περισσότεροι της πρώτης γενιάς των ψυχαναλυτών, εκπαιδεύθηκε από τον ίδιο τον Φρόυντ στη Βιέννη. Τη δεκαετία του ’30, ανακοίνωσε την ανακάλυψη της «οργόνης», μιας φυσικής ενέργειας, υπαρκτής στην ύλη και την ατμόσφαιρα. Το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Character Analysis» παραμένει κλασικό. Ασχολήθηκε με θέματα της ανδρικής και γυναικείας σεξουαλικότητας. Στην Ελλάδα η Ραιχική προσέγγιση είναι ισχυρή.
Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία:
Αποτέλεσμα της εργασίας και των ερευνών των ψυχιάτρων Μπεκ και Έλλις, καθώς και των συμπεριφοριολόγων Μπαντούρα και Μαχόνευ.
Συστημική προσέγγιση:
Προεξάρχων ο Γκρέγκορι Μπέιτσον, και η ομάδα του Πάλο Άλτο στην Καλιφόρνια. Βασίζεται στη θεωρία των συστημάτων με εφαρμογές σε πολλούς επιστημονικούς κλάδους.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Σόφι Φρόυντ

Κόρη του Μάρτιν Φρόυντ, η Σόφι Φρόυντ, ομότιμη καθηγήτρια στο Simmons College της Μασσαχουσέτης στο τμήμα Κοινωνικής Εργασίας, μας μίλησε για τις αναμνήσεις της από τον διάσημο παππού της, εν αναμονή της αγγλικής έκδοσης του βιβλίου της με τίτλο «In the Shadow of the Freud family: my mother and the 20th century», το οποίο ήδη κυκλοφορεί στα γερμανικά.
-Πώς θυμάστε τον παππού σας;
Σ.Φ.: Ήταν πολύ καλός μαζί μου. Μόνο καλές εμπειρίες και εντυπώσεις έχω απ’ αυτόν. Όταν τον γνώρισα, ήταν βεβαίως ήδη γέρος και άρρωστος.
-Σας επηρρέασε το ανθρωπιστικό πνεύμα της οικογένειας, που σφράγισε με τις μελέτες του ο παππούς σας, στην επιλογή του επαγγέλματός σας;
Σ.Φ.: Δεν ξέρω, γιατί δεν είναι εύκολο να το ξεκαθαρίσει αυτό κανείς. Προφανώς υπάρχουν επιρροές. Θα έλεγα ότι η ταυτότητά μου επηρρέασε την επιλογή του επαγγέλματός μου, και ίσως εκείνα υπήρχαν ήδη κάποιες επιρροές.
-Κάνατε εσείς ψυχανάλυση ποτέ;
Σ.Φ.: Όχι. Δεν ήθελα να εστιάσω τόσο πολύ και εγωιστικά στον εαυτό μου, ούτε και να εξαρτηθώ τόσο πολύ από κάποιον άλλο.
-Πώς αποφασίσατε να εγκατασταθείτε στην Αμερική;
Σ.Φ.: Φύγαμε για να γλυτώσουμε από τους Ναζί. Σταθήκαμε τυχεροί που γλυτώσαμε και δεν σκοτωθήκαμε. Χάσαμε πολλούς συγγενείς του παππού μου στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
-Πώς βλέπετε το μέλλον της Φρουδικής θεωρίας;
Σ.Φ.: Το μέλλον συνέβη, είναι εδώ! Ο Σίγκμουντ Φρόυντ πέθανε το 1939, σχεδόν 70 χρόνια πριν. Είμαστε λοιπόν ήδη στο μέλλον της θεωρίας του. Πολλές ιδέες τροποποιήθηκαν για να ταιριάσουν με τον τρόπο που σκεπτόμαστε εμείς σήμερα και με τις σύγχρονες θεωρίες. Νομίζω πάντως ότι μερικές από τις ιδέες του αξίζουν περισσότερο από κάποιες άλλες. Το Ασυνείδητο για παράδειγμα, που δεν το ανακάλυψε αλλά το έφερε στο προσκήνιο, είναι μια πολύ σημαντική ιδέα. Άλλες είναι λιγότερο ενδιαφέρουσες, όπως εκείνες για την παιδική σεξουαλικότητα. Σήμερα βλέπουμε άλλες πιθανότητες, δεν πιστεύουμε στα διάφορα στάδια εξέλιξης σύμφωνα με την αρχική Φρουδική θεωρία.
-Πώς είναι να έχετε ένα τέτοιο διάσημο όνομα;
Σ.Φ.: Όπως και πολλά άλλα πράγματα στη ζωή, έχει τις καλές και τις άσχημες πλευρές του. Από τη μια ανοίγει πόρτες. Κάποιες τουλάχιστον...Από την άλλη, είναι κακό για την ταυτότητα ενός ανθρώπου, ιδίως για τους ανθρώπους που δεν σε ξέρουν και σχηματίζουν κάποια εντύπωση για σένα.

Άλλοι απόγονοι του Φρόυντ είναι ο εγγονός του ζωγράφος Λούσιαν Φρόυντ,η δισεγγονή του σχεδιάστρια μόδας Μπέλλα Φρόυντ, η επίσης δισεγγονή του δημοσιογράφος Έμμα Φρόυντ.


Πέτρος Χαρτοκόλλης - Ψυχαναλυτής, Ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής

- Ποιά η σχέση της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας με τα άλλα ρεύματα;
Π.Χ.: Συνεργαζόμαστε με τους άλλους. Σε συνέδρια, σε ανθρώπους που προκαλούμε αμοιβαίου οι οποίοι ανήκουν στη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία. Βασικά η θεωρία την οποία ακολουθούμε όλοι είναι η ίδια, βασίζεται στην ιδέα του Ασυνειδήτου. Ότι δηλαδή ο ψυχισμός μας εξαρτάται από ένα μέρος του εαυτού μας το οποίο το καταλαβαίνουμε, και το οποίο το γνωρίζουμε μόνο από τα αποτελέσματά του. Από κει και πέρα υπήρξαν διαφοροποιήσεις και μέσα στη Φρουδική ψυχανάλυση και στη μετα-Φρουδική, και σε όλα τα άλλα ρεύματα. Λίγο-πολύ όλα ξεκινούν από τον Φρόυντ.
-Πόσο δέχεστε τις εκδοχές της Φρουδικής θεωρίας μετά τον Φρόυντ;
Π.Χ.: Εγώ προσωπικά δεν απορρίπτω κανέναν. Μεταχειρίζομαι στοιχεία από τις άλλες απόψεις. Τις θεωρώ απόψεις, όχι αυτόνομες θεωρίες. Απόψεις οι οποίες διαφοροποιούνται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από τη βασική θεωρία του Φρόυντ, η οποία βεβαίως δεν ήταν μονοκόμματη, μονοδιάστατη. Υπήρχε η τοπική, η δομική θεωρία -που διέφεραν, και αργότερα η θεωρία των ενορμήσεων της ζωής και του θανάτου, στην οποία βασίστηκε η Μέλανι Κλάιν. Από τη θεωρία του Λακάν, του Γουίνικοτ και του Μπινσβάγκερ επίσης παίρνω όσα στοιχεία μου είναι χρήσιμα για την κατανόηση του ασθενούς.
-Γενικά η εντύπωση προς τα έξω είναι ότι οι διαφορετικές θεωρίες, διαστρεβλώνουν την αρχική...
Π.Χ.: Για μένα συμπληρώνει η μια την άλλη. Υπάρχει ένας πλουραλισμός, και βασικά είναι διαφοροποιήσεις της βασικής θεωρίας του Φρόυντ. Δεν ξέρω κανέναν να αρνείται αυτά που είπε ο Φρόυντ. Τα συμπληρώνουν, τα διαβάζουν, και πολλές φορές τα διαβάζουν με πολύ δημιουργικό τρόπο. Μεγαλύτερη σημασία έχουν οι κανόνες που ακολουθούμε για την ψυχανάλυση στο ντιβάνι. Ο ελεύθερος συνειρμός, η ερμηνεία αυτών που λέει ο αναλυόμενος, συμπεριλαμβανομένων των ονείρων.
-Σήμερα η ψυχανάλυση θεωρείται χρονοβόρα διαδικασία...
Π.Χ.: Ναι δυστυχώς παίρνει χρόνο και αυτό είναι κάτι που τη φέρνει σε σύγκρουση με άλλες θεραπείες ή μάλλον θα έλεγα, την κάνει δυσχερή...
-Εντωμεταξύ τα συστήματα υγείας θέλουν κάτι...
Π.Χ.: Πιο σύντομο και πιο πρακτικό.
-«Κινδυνεύει» απ’ αυτό ως πράξη;
Π.Χ.: Κινδυνεύει ασφαλώς, με την έννοια ότι είναι λιγότερο προσιτή στους πολλούς ανθρώπους. Δεν μπορούν να κάνουν ψυχανάλυση οι άνθρωποι που δεν έχουν το χρόνο και τα χρήματα που απαιτεί μια τέτοια μακροχρόνια θεραπεία όπως η ψυχανάλυση. Οι περισσότεροι ψυχαναλυτές ασχολούνται με την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία. Ας σημειωθεί βεβαίως ότι δεν μπορείς να βάλεις τον καθένα στην ψυχανάλυση. Πρέπει να γίνει διάγνωση που να ενδείκνυται για μια τέτοια θεραπεία. Δεν είναι για όλο τον κόσμο μια μακροχρόνια και εις βάθος διαδικασία.
-Βλέπετε την ψυχανάλυση ως επιστήμη;
Π.Χ.: Είναι πράγματι πρόβλημα αυτό. Ο Φρόυντ πίστευε ότι η ψυχανάλυση είναι επιστήμη. Υπάρχουν όμως πολλών ειδών επιστήμες. Η ψυχανάλυση δεν είναι επιστήμη πειραματική. Είναι ένα μεγάλο ερώτημα όλο αυτό.
-Εσάς τι σας τράβηξε στην ψυχανάλυση;
Π.Χ.: Το ενδιαφέρον για τα πράγματα που δεν είναι φανερά στον ψυχισμό του ανθρώπου. Θα ομολογήσω ότι τον καιρό που άρχισα εγώ την ψυχιατρική, η ψυχανάλυση ήταν πολύ της μόδας, πολύ δημοφιλής.
-Τι σας τράβηξε στην Φρουδική κατεύθυνση;
Π.Χ.: Η δική μου προτίμηση είναι εκλεκτική. Παίρνω στοιχεία από πολλές κατευθύνσεις και απόψεις.
-Το μέλλον της ψυχανάλυσης;
Π.Χ.: Είναι προβληματικό για το λόγο ότι είναι μια πολυέξοδη θεραπεία, μια μακροχρόνια θεραπεία και δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.
-Στην Ελλάδα βλέπετε αυξανόμενο ενδιαφέρον;
Π.Χ.: Υπάρχει ενδιαφέρον για την ψυχανάλυση όπως φάνηκε κι από τις συναντήσεις του Ίρβιν Γιάλομ, που λέει πράγματα που μοιάζουν με την ψυχανάλυση.
-Η εξουσία του ψυχαναλυτή: κίνδυνος πραγματικός ή αντίσταση του ασθενούς;
Π.Χ.: Είναι ένα θέμα που υπάρχει σε όλων των ειδών τις ψυχοθεραπείες. Υπάρχει σε όλων των ειδών τις ιατρικές επεμβάσεις. Ο γιατρός είτε ψυχοθεραπευτής ή καρδιολόγος έχει το πάνω χέρι με τον ασθενή. Τουλάχιστον έτσι πιστεύει ο ασθενής, και πολλές φορές ο γιατρός ο ίδιος το επιβάλλει με τη στάση του. Είναι κάτι το οποίο συζητείται μέσα στην διαδικασία και αναλύεται, και αναφέρεται στις παιδικές εντυπώσεις, εμπειρίες και αναμνήσεις πάνω στις οποίες βασίζεται αυτό που λέμε μεταβίβαση. Στο πρόσωπο του αναλυτή βλέπει τον πατέρα του και τη μητέρα του, τους ανθρώπους με τους οποίους μεγάλωσε.

Οι αναλυόμενοι:
Είναι λογικό όταν αποφασίσει να προχωρήσει κανείς σε κάποιου είδους θεραπεία, να υπερασπίσει την επιλογή του. Ανάμεσα σ’ εκείνους που δέχθηκαν να μιλήσουν για την εμπειρία τους, ήταν άτομα και των δύο φύλων –κυρίως όμως γυναίκες- και σχετικά νέων ηλικιών. Οι προσεγγίσεις που είχαν επιλέξει ήταν διαφορετικές. Ο χρόνος θεραπείας τους και η πυκνότητα των συνεδριών ποίκιλλε από τρία έως εννέα χρόνια, και από μια έως τρεις φορές την εβδομάδα.

Κοινός τόπος, που επιβεβαίωσε λόγια που ακούστηκαν και από τους ψυχαναλυτές που μίλησαν, ήταν πως η θεραπεία αποτέλεσε «το τελευταίο μέσο και εφόσον πλέον δεν υπήρχε άλλη λύση». Η Ο. Σ., υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων, ενδιαφερόταν για την ψυχανάλυση, αλλά άρχισε θεραπεία όταν αντιμετώπισε κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Η διαδικασία «άλλαξε πολύ την καθημερινότητά» της. «Ξεκίνησα χωρίς λεφτά και δουλειά, στην πορεία βρήκα και λεφτά και δουλειά, και σιγά-σιγά άρχισα να έχω καλύτερα αποτελέσματα στη δουλειά αλλά και στις κοινωνικές μου επαφές», λέει, και συνεχίζει: «Αρχικά δεν το είχα πει στην οικογένειά μου, η οποία όταν το ανακοίνωσα πολύ αργότερα, έπαθε σοκ. Οι γονείς πιστεύουν ότι κάνουν το καλύτερο και αρνούνται ότι μπορεί να έχουν κάνει πολύ σοβαρά λάθη.» Ούτε και η Κ., φωτογράφος, το λέει στους δικούς της από τότε που ξεκίνησε ατομική ανάλυση: «ούτε να το ακούσουν. Νόμισαν ότι τους απέρριπτα. Εγώ όμως βλέπω τεράστια αλλαγή! Τεράστια. Νιώθω πιο ώριμη και πιο δυνατή. Όταν άρχισα δεν είχα αίσθηση της πραγματικότητας, δεν μπορούσαν να χειριστώ τους ανθρώπους, τις καταστάσεις, τη ζωή. Κρίμα όμως, ο κόσμος νιώθει ως στίγμα το να κάνει θεραπεία. Εγώ το θεωρώ απαραίτητο, και μάλιστα το συστήνω!» Αυτή είναι και η γνώμη της Λ., σχεδιάστριας κοσμημάτων: «Θα ‘πρεπε να κάνουν όλοι!»

«Είναι μια μοναχική, επώδυνη διαδικασία», λέει η Ο.Σ. «Μένει όμως και μετά το τέλος ο τρόπος σκέψης. Νομίζω δε ότι με ανθρώπους που έχουν κάνει κάποιο είδος θεραπείας υπάρχει ένα καλύτερο επίπεδο συνεννόησης και λειτουργικότητα σε πολλά θέματα. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα η ψυχοθεραπεία είναι ακόμη ταμπού. Είναι πάντως καλύτερα από παλιότερες εποχές. Υπάρχουν περισσότερα και καλύτερα βιβλία, περιοδικά, ενημέρωση....Όσο για την εξουσία του ψυχαναλυτή», συμπληρώνει, «όλα εξαρτώνται από το γιατρό. Ένας σωστός επιστήμονας δε βγάζει κάτι τέτοιο. Έτσι κι αλλιώς το θέμα του γιατρού σε βάζει σ’ ένα πλέγμα εξουσίας, γιατί ελέγχει ένα κομμάτι που έχει να κάνει και με το θάνατο. Επί της ουσίας όμως, είναι μύθος.» Αντίστοιχα σοβαρά προβλήματα έφεραν τον Ν., την Α., τη Ζ. και την Α. στο ντιβάνι ή την πολυθρόνα του θεραπευτή ή της θεραπεύτριάς τους. Πορεία μετά από απεξάρτηση, πένθη, επώδυνες σχέσεις, δυσλειτουργικότητες κάθε είδους, θλίψη, προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις και στρες είναι μερικά από αυτά. Οι μαρτυρίες συγκλίνουν στην «βελτίωση της διάθεσης και ξεπέρασμα του αδιεξόδου», «αλλαγή στη ζωή και τις σχέσεις». «Ξαναβρίσκω τον εαυτό μου, γελάω και περνάω καλά» λέει η Ζ., ενώ ο Ν. εκμυστηρεύεται ότι ξεπέρασε την αμφιθυμία του και κατάφερε να επιτρέψει στον εαυτό του να αποκτήσει παιδί». Η Ζ. τονίζει ότι «είναι το καλύτερο δώρο» που έκανε στον εαυτό της. Και η Α.: «η ζωή μου σήμερα είναι διαφορετική: απολαμβάνω, λειτουργώ, αντιμετωπίζω τις δυσκολίες. Δεν καταρρέω και δεν διαλύομαι».

Σύντομο Γλωσσάρι:
Αντιμεταβίβαση: Σύνολο ασυνείδητων αντιδράσεων του ψυχαναλυτή απέναντι στον ψυχαναλυόμενο, και πιο συγκεκριμένα στην μεταβίβασή του.
Ελεύθερος Συνειρμός (μέθοδος ή κανόνας του): μέθοδος η οποία συνίσταται στην έκφραση όλων, χωρίς καμμία διάκριση, των σκέψεων που περνούν από το νου, είτε με αφορμή ένα συγκεκριμένο στοιχείο (λέξη, αριθμός, εικόνα ονείρου, οποιαδήποτε παράσταση), είτε αυθόρμητα.
Μεταβίβαση: φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από την ασυνείδητη «μεταφορά» συναισθημάτων από ένα πρόσωπο σε ένα άλλο. Στο πλαίσιο μιας ψυχαναλυτικής θεραπείας, υποννοεί την κατεύθυνση των συναισθημάτων του ασθενή για ένα σημαντικό πρόσωπο, προς στον θεραπευτή.


Σημείωση: Για τη θεωρητική τεκμηρίωση του κειμένου, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιήθηκαν κείμενα των Π. Χαρτοκόλλη, Ιω. Παπακώστα, Κ. Γεμεντζή, Ιω. Τσέγκου, Θ. Τζαβάρα, Ζ.Α. Μιλλέρ. Στοιχεία της ορολογίας από το «Λεξιλόγιο της ψυχανάλυσης» των Λαπλάνς-Πονταλίς (εκδ. Κέδρος).


Νατάσσα Χασιώτη
Το κείμενο, με αλλαγές, δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2006, στο περιοδικό Ταχυδρόμος.


3 σχόλια:

Γουφ είπε...

Γιατρά, πότε θα γινω καλά?

tripis είπε...

Ωραία τελείωσε η ... εποπτεία φαίνεται. Αν ..... τελείωσε, φυσικά. Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος για ποιά εποπτεία πρόκειται.

Από τα λίγα λόγια παραπάνω μάλλον εξάγεται ένα συμπέρασμα, όχι απόλυτα τεκμηριωμένο ότι πρόκειται για εποπτεία γνωσιακών συμπεριφοριστών θεραπευτών που εξασκούνται σε κάποιον ή κάποιους θεραπευόμενους και διαβιβάζουν τις παρατηρήσεις, ερωτήσεις, απορίες, αμηχανίες, αγνωσίες τους σε κάποιον κατά τεμήριο, γνώστη, επαϊοντα, πεπειραμένο, γνώστη των τεχνικών και συμπεριφοριστικών τεχνικών και.. κατά κανόνα γνώστη του υποβαλλόμενου σε θεραπεία από τους πρωτόβγαλτους μαθητευόμενους μάγους - μαθητές του.

"Η συναδελφική αλληλεγγύη είναι πάντα στο επίκεντρο σε αυτήν την ομάδα", όπως γράφτηκε, μάλλον κατά λάθος. Και λέγω "κατά λάθος" επειδή πάντα σε κάθε ομάδα (ομάδα θεραπείας, ποδοσφαιρική ομάδα, ομάδα φυλακισμένων, ομάδα οικογένειας, ομάδα μαθητών, δωμάτιο κρατικού νοσοκομείου κλπ) υπάρχουν άγραφοι "κανόνες".

Η "συναδελφική αλληλεγγύη" είναι ένας από τους κανόνες και τελεί υπό .. όρους ενώ έχει το εξής περιεχόμενο:

- δεν δεχόμαστε πως ο/η συνάδελφος έχει διαπράξει το παραμικρό σφάλμα (έστω και αν έχει βλάψει το θεραπευόμενο και τον έχει μαδήσει οικονομικά)

- δεν σχολιάζουμε τον "επόπτη" (μπορεί να μη μας δώσει το δίπλωμα).

- δεν δεχόμαστε ότι μπορούμε να βγάζουμε συμπεράσματα, παρά μόνο αν μας τα έχει δώσει ο "επόπτης".

- δεν δεχόμαστε πελάτη ο οποίος έχει απορρίψει ή έχει φύγει από συνάδελφο.

- γνωσιακά λάθη διαπράτουν μόνο οι θεραπευόμενοι και ποτέ ... μα ποτέ οι γνωσιακοί συμπεριφοριστές θεραπευτές.

- (σε θεραπευτικές ομάδες) Καλός είναι όποιος μένει μέσα στην ομάδα, έστω και αν δεν εκδηλώσει ποτέ την παραμικρή συγκρουση.
Κακός είναι όποιος "βγάλει συμπέρασμα για το γιατί ο ένας θέλει έτσι στα καλά καθούμενα να βγάλει το μάτι του άλλου". Αυτός πρέπει να αποβληθεί από την ομάδα. Χρησιμοποιούνται περίεργες φράσεις όπως "είμαι θυμωμένος" (σημαίνει "πετάχτε τον έξω γιατί αισθάνομαι άσχημα και δεν ξέρω γιατί")

- (σε θεραπευτική ομάδα) Μα τι βλακείες λέει ο Φρόϋντ που συνέστηνε στους ψυχαναλυτές να κάνουν οι ίδιοι ψυχανάλυση. Οι θεραπευτές στην Ελλάδα δεν έχουν ανάγκη αυτοανάλυσης. Για φαντάσου θράσος του Φρόϋντ! Δεν υπάρχει περίπτωση συντονιστής ομάδος στην Ελλάδα να έχει ξαμολύσει το "ασυνείδητό" του στους θεραπευόμενούς του.

Πάμε τώρα στη σχέση πρωτάρη θεραπευτή και "επόπτη".

Ο επόπτης έχει "πλήρη" γνώση για το θεραπευόμενο του εποπτευόμενου θεραπευτή του, παρόλο που δεν τον έχει δει στα μάτια του.

Ο εξασκούμενος θεραπευτής μεταφέρει στον επόπτη τα συμπτώματα του θεραπευόμενού του, π.χ. σηκώνεται μέσα στη νύχτα.

Ο επόπτης κοιτάζει τι ελλείψεις υπάρχουν στις εργασίες που πρέπει να παρουσιαστούν στο τέλος του έτους και σκέφτεται (Χμμμ ... δεν έχει αναλάβει κανείς εργασία για διαταραχές προσωπικότητας). Λέει λοιπόν στον εξασκούμενο θεραπευτή. "Για να ξυπνάει τη νύχτα σημαίνει ότι πιστεύει ότι ο κόσμος είναι έχθρικός και απειλητικός γι' αυτόν, άρα έχει διαταραχή προσωπικότητας". Η διάγνωση είναι πλέον αδιαμφισβήτητη και έχει όση ισχύ είχαν και οι αποφάσεις της οικομενικής συνόδου της Νίκαιας που καταδίκασαν τον Αρειανισμό (ομάδα και αυτή με .. κανόνες).

Αυτά αναφέρονται γενικά και αόριστα και όχι σε σχέση με τους παραπάνω.

Ανώνυμος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.